Ο πρώτος κόσμος των παιδιών μας είναι η οικογένεια. Τα παιδιά μας παρατηρούν συνέχεια. Μπορεί να μην δίνουν σημασία σε ό,τι τους λέμε να κάνουν , αλλά σίγουρα δίνουν σημασία σε ό,τι μας βλέπουν να κάνουμε. Οι γονείς είναι τα πρώτα και τα πιο ισχυρά πρότυπα των παιδιών, που επηρεάζουν την μετέπειτα πορεία της ζωής ενός παιδιού. Μπορεί λοιπόν να πασχίζουμε να τους διδάξουμε διάφορες αξίες, συμπεριφορές, τρόπο σκέψης, αλλά τελικά θα αφομοιώσουν τις αξίες που εκφράζονται μέσα από τις δικές μας συμπεριφορές. Θα υιοθετήσουν μια στάση ζωής που βιώνουν μέσα από τη δική μας καθημερινότητα και θα μάθουν να διαχειρίζονται τα συναισθήματά τους με τον αντίστοιχο τρόπο που κάνουμε εμείς.
Κανείς γονιός, ποτέ εσκεμμένα δεν έχει σκοπό να πληγώσει τα παιδιά του, και όμως γίνεται. Όχι επίτηδες. Δε γνώρισα ποτέ κανένα γονιό που να ξύπνησε ένα πρωί και να σκέφτηκε: « Μόλις βρήκα 4 υπέροχους τρόπους να καταστρέψω την αυτοεκτίμηση του μικρού Γιαννάκη». Συνήθως οι γονείς από άγνοια, άγχος, αγωνιά και φόβο μεταφέρουν στα παιδιά τους τις δικές τους στενές αντιλήψεις και συναισθηματικές εκκρεμότητες.
Χρειάζεται πράξη θάρρους και αυτογνωσίας για να γυρίσουμε το φακό προς τα μέσα, ώστε ν’ αποβάλλουμε τα αρνητικά και επιζήμια πρότυπα που μπορεί ασυνείδητα να επηρεάζουν τη σχέση μας με τα παιδιά μας, και να επιλέξουμε ν’ αναθρέψουμε ευτυχισμένα και καλά προσαρμοσμένα στη ζωή παιδιά.
Υπάρχουν πολλές ευκαιρίες μέσα από την καθημερινή ζωή με τα παιδιά μας που μπορούμε να αξιοποιήσουμε θετικά, τόσο για να βοηθήσουμε τα παιδιά μας ν’ αναπτύξουν τις δικές τους μοναδικές ικανότητες, όσο και για ν’ ανακαλύψουμε πράγματα για τον ίδιο μας τον εαυτό.
Ας δούμε πιο αναλυτικά μερικά παραδείγματα.
- όταν τα παιδιά ζουν μέσα στην επίκριση, μαθαίνουν ν’ αποδοκιμάζουν
Επίκριση μπορούμε να εκφράσουμε με πάρα πολλούς τρόπους. Με τα λόγια, με τον τόνο της φωνής μας, ακόμα και με ένα βλέμμα. Αν λοιπόν έχουμε υιοθετήσει μια στάση ζωής που επικρίνουμε τα παιδιά, τους γύρω μας ή τον κόσμο, το πιο πιθανό είναι να τα μάθουμε στα παιδιά ν’ αποδοκιμάζουν τον άνθρωπο ή ακόμα χειρότερα τον ίδιο τους τον εαυτό. Τα διδάσκουμε να βλέπουν τα στραβά σε ένα άτομο, μια κατάσταση, μια σχέση ή γεγονός, αντί να βλέπουν τα θετικά.
Μην ξεχνάτε ότι τα παιδιά δίνουν ιδιαίτερη βαρύτητα στα λόγια των μεγάλων και τα παίρνουν κατάκαρδα.
Υπάρχουν πολλά παραδείγματα τα οποία μας δείχνουν ότι πολλές φορές πάνω στην έξαψη της στιγμής οι γονείς δεν διαχειρίζονται τις καταστάσεις όπως ακριβώς θα ήθελαν.
Η Άννα 6 χρονών στέκεται μπροστά στο τραπέζι και προσπαθεί να τοποθετήσει μια κανάτα με λουλούδια. Ξαφνικά η κανάτα αναποδογυρίζει, πέφτει και σπάει. Η Άννα στέκεται στη μέση βρεγμένη και απαρηγόρητη. Η μαμά της τρέχει αμέσως. «Ωχ, τι αδέξια που είσαι!»
Όλοι μας έχουμε πει κάτι αντίστοιχο. Αντιδράμε χωρίς να το σκεφτούμε και πολλές φορές μένουμε έκπληκτοι και οι ίδιοι όταν το αντιλαμβανόμαστε. Με τον τρόπο αυτό η Άννα νιώθει άσχημα και για τον εαυτό της και για το γεγονός.
Αν όμως η μητέρα της είχε μια εναλλακτική αντίδραση όπως «Πώς έγινε αυτό?», αυτόματα δίνει έμφαση στο γεγονός και όχι στο παιδί. Καλό είναι να σταματάμε λίγο και να παρατηρούμε. Πόσες φορές και εσύ σαν ενήλικας έχεις κάνει μια αδέξια κίνηση και έχεις επικρίνει τον εαυτό σου? Τι συναισθήματα δημιούργησες μέσα σου? Αντίστοιχα ένιωσε και η εξάχρονη Άννα.
Στην καθημερινότητα σίγουρα δεν υπάρχει πάντα ο χρόνος να χειριζόμαστε τα πράγματα όσο προσεκτικά θα θέλαμε. Πάντα βοηθάει να σταθείς λίγο, να παρατηρήσεις και να ακούσεις. Ν’ ακούσεις αυτό που έχει να πει το παιδί, να δεις τα πράγματα μέσα από τα δικά του μάτια. Στρέψε την προσοχή σου στο παιδί και στο συναίσθημά του, και πάρε τα μάτια σου από το ίδιο το γεγονός. Δώσε στο παιδί να καταλάβει ότι το ίδιο είναι αποδεκτό, ακόμα και αν η πράξη του δεν είναι.
Ανεπιθύμητες μορφές επίκρισης αποτελούν η γκρίνια και τα παράπονα. Το μήνυμα πίσω από την γκρίνια είναι «Δεν σε εμπιστεύομαι ότι θα θυμηθείς κάτι ή θα φερθείς όπως θέλω».
Ένας αποτελεσματικός τρόπος για τους γονείς, είναι να αποφύγουν τη συνήθεια «μην ξεχάσεις», και ν’ αρχίσουν να τονίζουν στο παιδί τι χρειάζεται να θυμηθεί. «θυμίσουν να μαζέψεις τα παιχνίδια σου πριν κοιμηθείς».
Αντίστοιχα τα παράπονα εστιάζουν σε δυσκολίες και μειονεκτήματα και όχι σε λύσεις. Οπότε είναι ένας μη αποτελεσματικός τρόπος αλλαγών. Όλοι μας έχουμε την τάση να γκρινιάζουμε ή να παραπονεθούμε. Σταθείτε και παρατηρείστε! Πώς νιώθετε? Τι επίπτωση έχει η γκρίνια στη δική σας ψυχολογία? Σας έχει δώσει λύσεις αυτός ο τρόπος?
- όταν τα παιδιά ζουν μέσα στην ενθάρρυνση, μαθαίνουν να έχουν αυτοπεποίθηση
Η λέξη ενθάρρυνση προέρχεται από τη λέξη θάρρος. Τα παιδιά έχουν ανάγκη όχι μόνο να στηρίζουμε, αλλά και να αξιολογούμε με ειλικρίνεια την πρόοδό τους στην προσπάθεια ν’ αναπτύξουν και να βελτιώσουν τις πολλές ικανότητές τους. Το να γνωρίζεις πότε να παρεμβαίνεις και πότε να παραμερίζεις, πότε να επαινείς και πότε να ασκείς εποικοδομητική κριτική, είναι τέχνη και όχι επιστήμη!
Υπάρχουν πολλοί τρόποι να ενθαρρύνεις και είναι πολύ σημαντικό να αναγνωρίζουμε στα παιδιά τα μικρά βήματα που κάνουν προς την επίτευξη κάποιου στόχου τους.
Η δεκατετράχρονη Κατερίνα κάνει μια εργασία για την ιστορία που πρέπει να την παραδώσει σε 2 μέρες. Ο πατέρας της χαίρεται που είναι τόσο απορροφημένη με το μάθημα και που αφιέρωσε τόσο χρόνο για να συγκεντρώσει πληροφορίες από διάφορες πηγές. Όμως με τόσα στοιχεία που έχει συγκεντρώσει πελάγωσε!
«Πω πω! Φαίνεται ότι δούλεψες σκληρά για να συγκεντρώσεις όλες αυτές τις πληροφορίες», λέει ο μπαμπάς της.
«Ακριβώς. Αδύνατον να προλάβω να τις διαβάσω όλες», απαντά η Κατερίνα.
«Ποιές πηγές νομίζεις ότι θα σου φανούν πιο χρήσιμές?», ρωτά ο μπαμπάς της. «Πως σου φαίνεται να ασχοληθείς με αυτές στην αρχή και αν σου μείνει χρόνος χρησιμοποιείς και τις άλλες».
Ο μπαμπάς πρόσφερε στην Κατερίνα ακριβώς τη βοήθεια που χρειαζόταν. Αναγνώρισε την προσπάθειά της στο να συλλέξει πληροφορίες, αλλά και της έδωσε την καθοδήγηση που χρειαζόταν χωρίς να την αποθαρρύνει. Αυτή η βοήθεια είναι πολύ πιο ουσιαστική από το «Έκανες καλή δουλειά».
Παγίδες στις οποίες πέφτουμε.
– Έλλειψη χρόνου:
Στις μικρότερες ηλικίες είναι αρκετά χρονοβόρο να αφήσουμε τα παιδιά να κάνουν κάτι μόνα τους. πχ με κορδόνια
Ο τετράχρονος Γιώργος μαθαίνει να δένει τα κορδόνια του. Τα παιδικά δαχτυλάκια του δυσκολεύονται να κάνουν τις θηλιές. Η μαμά τον παρακολουθεί με αυξανόμενη αδημονία. Έχουν αργήσει, και σκέφτεται ότι πρέπει να του πάρει παπούτσια χωρίς κορδόνια.
«Κάτσε να σε βοηθήσω», του λέει. Του σπρώχνει τα χέρια και του δένει βιαστικά τα κορδόνια. Οι κινήσεις είναι τόσο γρήγορες που ο Γιωργάκης δεν προλαβαίνει να δει πως το έκανε. Θέλει να το κάνει μόνος του, κι έτσι τραβάει τα κορδόνια τα λύνει για να ξαναδοκιμάσει. Ο χρόνος περνά και είναι και οι δύο απογοητευμένοι και θυμωμένοι ο ένας με τον άλλο, και ακόμα δεν έχουν δέσει τα κορδόνια.
Σαν γονείς, είναι σημαντικό να προσπαθούμε να οργανώσουμε το χρόνο μας με τέτοιον τρόπο που να αφήνουμε το περιθώριο στα παιδιά το χρόνο που χρειάζονται για να μάθουν όσο χρειάζεται να μάθουν!
– «απλώς δοκίμασέ το!»:
Με αυτή τη φράση μπορεί να τους περνάμε το μήνυμα ότι μπορούν να τα βολέψουν με μια γρήγορη δοκιμή. Μια εναλλακτική διαχείριση θα ήταν «κάνε ό,τι καλύτερο μπορείς». Με τον τρόπο αυτό τους δείχνουμε τι θα θέλαμε να κάνουν δίχως να τα πιέζουμε. Ταυτόχρονα τονίζουμε τις δυνατότητές τους και όχι το ελάχιστο που θα μπορούσαν να κάνουν.
– Εκπλήρωση των δικών μας στόχων:
Η μαμά έχει βάλει την Σοφία σε ένα φροντιστήριο με θετική κατεύθυνση, ώστε να δώσει εξετάσεις για να μπει στο Πολυτεχνείο. Η Σοφία δυσκολεύεται, αλλά η μαμά είναι αποφασισμένη. «Χρειάζεσαι αυτά τα μαθήματα για να μπεις στο Πολυτεχνείο», της λέει. «Αν δουλέψεις αρκετά σκληρά θα τα καταφέρεις».
Η Σοφία νιώθει δυστυχισμένη και δεν ενδιαφέρεται καθόλου να μπει στο Πολυτεχνείο. Αν η μαμά άφηνε την Σοφία να της μιλήσει για τις δυσκολίες που αντιμετωπίζει, ίσως να έπειθε την κόρη της ότι αξίζει η προσπάθεια, μπορεί και όχι. Αλλά, υποθέτοντας ότι οι στόχοι της κόρης της είναι ίδιοι με τους δικούς της, και υποβαθμίζοντας τις δυσκολίες που συναντά η Σοφία, ασκεί πάνω της υπερβολική πίεση. Νομίζει ότι ενθαρρύνει την κόρης της, αλλά στην ουσία αγνοεί τις ανάγκες της.
Το να ενθαρρύνουμε τα παιδιά μας δε σημαίνει μόνο να ενθαρρύνουμε τη συμπεριφορά τους. χρειάζεται να σκεφτούμε και τις προσωπικές ιδιότητες που αναπτύσσουν. Όταν βλέπουμε ότι το παιδί μας επιδεικνύει μια ιδιότητα που θαυμάζουμε – γενναιοδωρία, καλοσύνη, ευαισθησία ή οτιδήποτε άλλο – χρειάζεται να του δείχνουμε ότι το αναγνωρίζουμε και το εκτιμάμε.
Ο ρόλος του γονέα είναι να βρίσκεται κοντά στα παιδιά τόσο στις επιτυχίες όσο και στις αποτυχίες, έχοντας εμπιστοσύνη ότι θα ωφεληθούν από τις εμπειρίες τους ανεξάρτητα από το αποτέλεσμα. Μπορεί να του δώσουμε συμβουλές ή να το καθοδηγήσουμε, αλλά πάντα χρειάζεται να σεβόμαστε και την αυτονομία του.
Σοφία Πόπορη
Συμβουλος Ψυχικής Υγείας – Οικογενειακή Σύμβουλος
Βιβλιογραφία
Dorothy Law Nolte & Rachell Harris, (1999). «Τα παιδιά μαθαίνουν αυτό που ζουν», Εκδόσεις: ΘΥΜΑΡΙ
Πηγή: childit.gr