Της Πελιώς Παπαδιά
Την Παρασκευή το βράδυ δεν μπόρεσα να κοιμηθώ σχεδόν καθόλου…
Το Σάββατο το πρωί, ταλαιπωρημένη και προσπαθώντας να διώξω από το νου μου την εικόνα που στοίχειωσε τη νύχτα μου, ξεκίνησα με τα παιδιά μου για ένα προγραμματισμένο μπάνιο στη θάλασσα, πιθανότατα το τελευταίο της σεζόν.
Καθ’οδόν δεν τους μιλούσα.
Με ρώτησαν πολλές φορές τι είχα και τους απάντησα απλά ότι δεν είχα κοιμηθεί καλά… Τι άλλο να τους πω;
Φτάσαμε στη θάλασσα, φουρτουνιασμένη, και με το που στρώσαμε τις πετσέτες μας, τα μικρά έτρεξαν αμέσως να βουτήξουν, όπως έκαναν, άλλωστε όλο τον προηγούμενο μήνα.
«Σταματήστε», τους φώναξα κι εκείνα με κοίταξαν σαστισμένα. Τα πήρα στην αγκαλιά μου και τα έσφιξα και έβαλα τα κλάματα. Δεν μπόρεσα να συγκρατηθώ.
«Μα τι έχεις, μαμά;»
«Σας αγαπώ πολύ, μόνο αυτό. Πηγαίνετε να παίξετε. Με προσοχή. Εδώ, έξω, έξω».
Δεν ξέρω αν πίστεψαν ότι δεν είχα τίποτα. Έμεινα να τα κοιτάω, αλλά δεν τα έβλεπα. Διότι έβλεπα μπροστά μου τα ξεβρασμένα πτώματα των μικρών παιδιών που κατέκλυσαν το διαδίκτυο και στοίχειωσαν τη νύχτα και τη μέρα μου. Σκέφτηκα τις μανάδες εκείνες που έμειναν πίσω. Τις μανάδες εκείνες που τα φόρτωσαν στις βάρκες με την ελπίδα για ένα καλύτερο αύριο. Που τα κράταγαν σφιχτά στην αγκαλιά τους την ώρα που η βάρκα τους βυθιζόταν. Και που κάποια στιγμή, την ώρα ακριβώς που άφηναν την τελευταία τους πνοή, τα ελευθέρωναν μέσα στην κρύα θάλασσα, με την ύστατη σκέψη ότι η λύτρωση ήρθε νωρίτερα απ” ό, τι περίμεναν…
Την Παρασκευή το βράδυ στις ακτές της Λιβύης έγινε ένα ακόμη ναυάγιο πλοιαρίου που μετέφερε δεκάδες μετανάστες προς την Ιταλία ή την Κρήτη. Περίπου 200 νεκροί. Οι περισσότεροι μικρά παιδιά. Ο θάνατος παιδιών από πνιγμό εξαιτίας της μεταναστευτικής πολιτικής της ΕΕ είναι ανεπίτρεπτος. Εξίσου ανεπίτρεπτο είναι να γυρίζουμε την πλάτη σε αυτό που συμβαίνει. Να κάνουμε πως δεν είδαμε, πως δεν μάθαμε, πως δεν μας αφορά. Οι άνθρωποι αυτοί είχαν ζωές σαν τις δικές μας. Τα παιδιά αυτά ήταν σαν τα παιδιά μας. Θα μπορούσαν να είναι τα παιδιά μας. Ήταν παιδιά μας.
Σκέφτηκα τα δικά μου άγχη σε σχέση με τη ζωή μου και με τα παιδιά μου. Που είναι πολλά. Και που, μελλοντικά, ενδέχεται να γίνουν περισσότερα. Και ξαφνικά συνειδητοποίησα πόσο τιποτένια είναι… Πόσο κακομαθημένη είμαι, όπως οι περισσότεροι της γενιάς μου, άθελά μας, και πόσο κακομαθημένα κινδυνεύουν να γίνουν και τα παιδιά μου. Ακούγεται κοινότοπο, αλλά είναι αλήθεια.
Και μέχρι να χωνέψω καλά τι γίνεται γύρω μας και μέχρι να πάψω να λυπάμαι που αρνήθηκα στο γιο μου να αγοράσει λουκουμά και που η κόρη μου φοράει περσινά μπρατσάκια και μέχρι να πάψει να με απασχολεί που οι διακοπές μας περιορίζονται στο εξοχικό μας, στα σύνορα Αττικοβοιωτίας και δεν περιλαμβάνουν μαγευτικούς καλοκαιρινούς προορισμούς και πολυτελή θέρετρα και μέχρι να πάψω να γκρινάζω όταν η θάλασσα εκεί, στα σύνορα Αττικοβοιωτίας είναι φουρτουνιασμένη και δεν μπορούμε να απολαύσουμε σαν… άνθρωποι το μπάνιο μας, θα φροντίζω να φέρνω αυτές τις εικόνες αυτών των παιδιών στο μυαλό μου, να αυτοχαστουκίζομαι, μπας και ποτέ συνέλθω και χαρώ τη ζωή μου και τα παιδιά μου, όπως είναι, χωρίς να ζητώ περισσότερα. Κι ίσως τότε, τα περισσότερα έρθουν αβίαστα.
Y.Γ. Όπως έγραψε ο Αύγουστος Κορτώ, το πρόβλημα δεν είναι κατά πόσον θα έπρεπε ή όχι να αναρτώνται οι φωτογραφίες των νεκρών παιδιών, αλλά ότι δεν θα έπρεπε να υπάρχουν εξαρχής – θα έπρεπε να έχουμε φτιάξει έναν κόσμο που να μην επιτρέπει τον μαζικό πνιγμό μωρών στη θάλασσα. Απ” τη στιγμή που η τραγωδία συνέβη, η ανθρωπότητα μέσα στον καθένα μας έχει χάσει το παιχνίδι, έχει κι αυτή φαρμακωθεί με τόσο θάνατο που μετά βίας αχνοφέγγει κάποιο ίχνος ζωής.
Καλή ξεκούραση στα παιδιά και στους γονείς τους που έχασαν τη ζωή τους μέσα στη θάλασσα της Μεσογείου. Καλή δύναμη σε όσους κατάφεραν να βγουν ζωντανοί.
Η φωτογραφία ανήκει στον Plasticobilism.
Πηγή: talcmag.gr