Του Δημήτρη Τσιριγώτη
Ας μην το ξεχνάμε αυτό, εμείς οι εκπαιδευτικοί, όταν κάποια παιδιά μας σπάνε τα νεύρα, όταν κάνουν φασαρία, όταν δεν μας προσέχουν, όταν δεν έχουν πρόοδο, όταν γενικά μας κάνουν τη ζωή δύσκολη. Λίγη προσοχή ζητάνε και συνήθως αντί να τους τη δώσουμε, τους τη στερούμε ως τιμωρία. Τουλάχιστον ας τους μάθουμε να ζητάνε την προσοχή με πιο όμορφο τρόπο. Αυτό που έχει μεγαλύτερη αξία δεν είναι να αγαπάμε κάποια παιδιά που είναι έτσι και αλλιώς αξιαγάπητα αλλά εκείνα που δεν έχουν αυτή τη λάμψη. Τότε είναι πολύ πιθανό αυτά τα παιδιά να μας εκπλήξουν με τη μεταμόρφωσή τους και με την ανταπόδοση της αγάπης που τους δείξαμε.
Τα αόρατα παιδιά
Είναι αυτά τα παιδιά που οι δάσκαλοι και καθηγητές μαθαίνουν τελευταίο το όνομά τους. Και όταν περάσει ο καιρός, πρώτο το ξεχνάνε. Αυτά που νιώθουν αγωνία κάθε φορά που για να παιχτεί ένας αγώνας χωρίζονται ομάδες. Μην τυχόν και περισσέψουν. Λαχταρούν έστω και προτελευταία οι αρχηγοί να τα διαλέξουν. Στις εκδρομές, όταν όλοι κανονίζουν με ποιον θα καθίσουν στο λεωφορείο ή με ποιους θα μοιραστούν το δωμάτιο, αυτά περιμένουν να δούνε πού περισσεύουν θέσεις. Στις φωτογραφίες του τμήματος θα τα βρείτε στις άκρες να ακουμπάνε την κορνίζα. Τα πιο τυχερά από αυτά έχουν ένα φίλο αλλά και αυτός είναι τόσο ίδιος που τους θυμίζει τη διαφορά τους από όλους τους άλλους.
Δεν σηκώνουν ποτέ το χέρι στο μάθημα και άμα τους ρωτήσει ο δάσκαλος μπλοκάρουν και περιμένουν με αγωνία πότε θα φύγουν από το προσκήνιο, πότε ο προβολέας του δασκάλου θα πέσει αλλού. Τα βλέμματα είναι χαμηλωμένα, τα χαμόγελα τρεμουλιαστά και οι κινήσεις αργές, λίγες. Λαχταρούν για λίγο θάρρος, για λίγη αποδοχή από την ομάδα. Η μισή καλή κουβέντα είναι για εκείνα εκτυφλωτικός ήλιος που τα ζεσταίνει για ώρες. Νιώθουν ότι όλοι τα βλέπουν, ότι βλέπουν τη μοναξιά τους. Ότι κανείς δεν τα θέλει. Και ότι δεν αξίζουν για να τα θέλει κανείς. Για τους δάσκαλους συνήθως είναι σαν εκείνες τις λευκές σελίδες που κατά λάθος δεν έχουν εκτυπωθεί σε ένα βιβλίο, που τις περνάμε γρήγορα γρήγορα, για να πάμε στις επόμενες. Και όμως, πάνω σε αυτές τις λευκές σελίδες θα μπορούσαμε να ζωγραφίσουμε και έτσι να ομορφύνουμε όλο το βιβλίο.
Αυτά τα παιδιά, να μην το ξεχνάμε, διψάνε για προσοχή και αγάπη και είναι έτοιμα να τη ρουφήξουν με ορμή, άμα τους τη δώσουμε. Εκτιμάνε πιο πολύ την αποδοχή μας, την καλή μας κουβέντα, τη φροντίδα μας και ανταποδίδουν στο πολλαπλάσιο ό,τι τους προσφέρουμε. Ας εκμεταλλευτούμε αυτή τους τη δίψα. Όποιοι από εμάς θέλουμε να δούμε ένα θαύμα, δεν έχουμε παρά να ασχοληθούμε με την καρδιά μας με αυτά τα παιδιά. Δεν θα πιστεύουμε στα μάτια μας με τη μεταμόρφωσή τους. Και αν στην αρχή τα παιδιά αυτά αντιστέκονται, ας τα τραβήξουμε προς το μέρος μας με τρόπο, ας τα ταράξουμε στα καλά λόγια, στα μπράβο.
Στο αμυντικά τους «όχι» εμείς να ακούμε το «τραβάτε με και ας κλαίω». Αυτά τα παιδιά που φαίνεται ότι απεχθάνονται να βρίσκονται στο επίκεντρο αλλά που κατά βάθος αυτό είναι που θέλουν. Που αυτή η επίμονη σιωπή τους βγάζει εκκωφαντική κραυγή: «Είμαι και εγώ εδώ. Μη με ξεχνάτε!!!». Τα παιδιά των πίσω θρανίων: Είναι κάποια άλλα παιδιά που κάθονται στα πίσω τα θρανία. Όσο πιο μακριά από τον πίνακα γίνεται. Και που προτιμούν να μην έχουν κανέναν πίσω από την πλάτη τους. Και κανέναν πάνω από το κεφάλι τους. Άλλοι τους λένε φασαριόζους, άλλοι τους λένε ταραξίες και άλλοι πάλι απλά ζωηρούς.
Η βολική λύση για τους διδάσκοντες είναι η διάγνωση και η ταμπέλα: υπερκινητικά, με διάσπαση προσοχής, παρορμητικά. Τότε η ευθύνη παύει να βαραίνει αφού είναι θέμα ειδικού. Και όμως. Η προσοχή στο μάθημα είναι βάσανο για αυτά, τιμωρία. Μιλάνε μεταξύ τους, δεν έχουν ησυχία και προσπαθούν να τραβήξουν την προσοχή με έντονο τρόπο. Είναι πειραχτήρια, είναι ζιζάνια, είναι αεικίνητα. Και δεν τους αρέσει η ησυχία. Σαν να τα φοβίζει η σιωπή. Η αλλαγή θέσης, οι ωριαίες αποβολές, οι συνεχείς παρατηρήσεις των δασκάλων, οι κλήσεις των γονέων τους και οι τιμωρίες δεν τα τρομάζουν. Ήταν πάντα στην ημερήσια διάταξη άλλωστε. Είναι ο πονοκέφαλος των μεγάλων, ένας γρίφος χωρίς λύση. Είναι όμως παιδιά. Όχι, αυτά εδώ, «αόρατα» δεν τα λες. Τουναντίον, ετούτα εδώ «βγάζουν μάτι».
Και αν τα αόρατα βγαίνουν μόνα τους από τον κύκλο της τάξης, αυτά εδώ συνήθως τα πετάει έξω το ίδιο το σχολείο. Γιατί αυτά εδώ καθώς φαίνεται δεν χωράνε στον κύκλο. Η κανονικότητα, η νόρμα κόβει ό,τι διαφέρει και προεξέχει. Το σχολείο που από τη μια αποθεώνει τη διαφορετικότητα και από την άλλη όλα να τα κάνει ίδια θέλει. Μήπως αυτό που μας τρομάζει είναι η αδιαφορία που εκφράζουν αυτά τα παιδιά απέναντι στο πρότυπο, στην τάξη και τελικά στην ίδια μας την εξουσία; Μήπως μας τρομάζει αυτή η περίεργη δύναμη, αυτή η αφοβία; Μήπως εμείς χρησιμοποιώντας τον φόβο ως όπλο για να επιβάλλουμε την τάξη, απέναντι σε αυτά παιδιά νιώθουμε παντελώς άοπλοι;
Τελικά μήπως αυτούς που πιθανόν αύριο θα θελήσουν να αλλάξουν έναν κόσμο που δεν τους αρέσει, το σχολείο βιάζεται να τους κολλήσει την ταμπέλα των προβληματικών; Και αλήθεια, ποιος ευθύνεται για τη μη ομαλή ένταξη αυτών των παιδιών, τα ίδια τα παιδιά ή το σύστημα του σχολείου; Η μισή αλήθεια είναι ότι τα παιδιά αυτά απορρίπτουν αυτό το σχολείο. Η άλλη μισή είναι ότι και το σχολείο αυτό απορρίπτει αυτά τα παιδιά. Όταν οι συμπεριφορές λοιπόν πρέπει να αλλάξουν, ας μη χρησιμοποιήσουμε το μαχαίρι αλλά το χέρι, απαλά. Να μην πατήσουμε απότομα το φρένο αλλά να στρέψουμε γλυκά το τιμόνι. Να μην κόψουμε τη φόρα και τη δύναμη αλλά να την προσκαλέσουμε να πάει εκεί που πρέπει. Για το καλό όλων μας.
Πηγή: ipaideia.gr