Της Ζωής Κοσκινίδου
Πριν από μερικές εβδομάδες και καθώς παρακολουθούσα τη 18 μηνών κόρη μου να παίζει στην άμμο με τα κουβαδάκια της και να τρώει και λίγη, γελώντας συνέχεια βλέποντας εμένα να τρέχω πανικόβλητη προς το μέρος της, προσπαθώντας να της ανοίξω το στόμα για να το καθαρίσω, άκουγα έναν φίλο -πολιτικό μηχανικό- από την παρέα, να λέει πως ο (8 χρόνων) γιoς του θα περάσει οπωσδήποτε στο Πολυτεχνείο και θα γίνει πολιτικός μηχανικός. «Κι αν του αρέσει κάτι άλλο;», ρώτησα με τρόμο στην φωνή και μάτια γουρλωμένα. «Θα περάσει πρώτα στο Πολυτεχνείο και μετά ας κάνει ό,τι θέλει». Η συζήτηση γινόταν κάπου μεταξύ σοβαρού κι αστείου, όμως εμένα με φρίκαρε πολύ και μου θύμισε τα δικά μου παιδικά, εφηβικά και μετεφηβικά χρόνια, όταν έπρεπε σώνει και ντε να γίνω δασκάλα και τίποτε άλλο. Γιατί οι δασκάλες έχουν άδεια τρεις μήνες τον χρόνο. Γιατί οι δασκάλες μπορούν να κάνουν οικογένεια πιο άνετα. Γιατί οι δασκάλες έχουν και θα έχουν πάντα δουλειά. Δεν έγινα δασκάλα. Και είμαι ευτυχισμένη.
Ο διάλογος ήρθε και κούμπωσε με το άρθρο που διάβασα στον Guardian για τη μανία των γονιών, κυρίως στον δυτικό κόσμο, να φορτώνουν τα παιδιά τους με δραστηριότητες που δεν συνάδουν με την ηλικία τους, με σκοπό να τα «εφοδιάσουν» με τα απαραίτητα όπλα για να βγουν 20 χρόνια μετά στην κοινωνία και να μπορούν να σταθούν στα πόδια τους, μόνα τους σε έναν κόσμο γεμάτο εταιρίες-καρχαρίες, που σκοπό έχουν να τους ξεσκίσουν για τα προσωπικά οφέλη των ιδιοκτητών τους, πετώντας τους ένα ξεροκόμματο (μισθός), για να τους επιβραβεύσουν. Πατ-πατ στην πλάτη και μόλις δεν μας κάνεις, προσλαμβάνουμε τον επόμενο απόφοιτο μεγάλου πανεπιστήμιου, με μεταπτυχιακά και ντοκτορά που ξέρει να σκύβει το κεφάλι, για να πάρει στο τέλος του μήνα έναν μισθό. Good job!
Κι όλα τα παραπάνω άρχισαν να βγάζουν νόημα, όταν στην παιδική χαρά όπου η κόρη μου επιδιδόταν στους γνωστούς ταλιμπανισμούς της ηλικίας της (μπουσουλάω στα χαλίκια αν και περπατάω κανονικά εδώ κι 6 μήνες, τρώω χώματα, βάζω πέτρες στην τσουλίθρα, κλπ), μια μαμά κι ενώ έκανε κούνια την 2 χρόνων κόρη της, την ρωτούσε πώς μετράμε μέχρι το είκοσι. Στα ελληνικά. Kαι στα αγγλικά.
Και τότε μου κλίκαρε: γιατί το κάνουμε αυτό στα παιδιά μας; Γιατί δεν τα αφήνουμε να παίξουν με την ησυχία τους; Γιατί δεν τα αφήνουμε να παίξουν τα παιχνίδια που προορίζονται για την ηλικία τους και συνεχώς τα «πιέζουμε» να κάνουν και κάτι άλλο παραπάνω, που θα τα κάνει να φανούν σπουδαία στα μάτια των γονιών των άλλων παιδιών που συναναστραφόμαστε; Τι προσφέρει σε ένα παιδί 2 ή 3 ετών να ξέρει να μιλάει στα αγγλικά; Γιατί να πιέσεις το παιδί σου να μάθει την προπαίδεια στα 5; Τι νόημα έχει να ξεκινήσει μια δεύτερη γλώσσα όταν καλά καλά δεν μιλάει σωστά τη δική του μητρική γλώσσα; Ποιός θα νοιαστεί αν το παιδί πάρει το Proficiency στα 14 αντί στα 16, νομίζεις πως θα μετρήσει στο βιογραφικό του 18 χρόνια μετά αν στο νηπιαγωγείο έμαθε ποιά είναι η τετραγωνική ρίζα του 81; Εγώ ακόμα πάντως δεν ξέρω να βρίσκω τις τετραγωνικές ρίζες. Μάλλον από αντίδραση γιατί έφαγα πολλά χρόνια να ακούω «ο Γιωργάκης πήρε το lower, εσύ ακόμα. Ο Γιωργάκης πήρε το Proficiency. Εσύ; O Γιωργάκης πέρασε στις πανελλήνιες. Εσύ; Ο Γιωργάκης έγινε δικηγόρος. Εσύ;» By the way, ο Γιωργάκης είναι υπαρκτό πρόσωπο κι όντως τα έκανε όλα αυτά.
Το άρθρο του στον Guardian μιλάει για μία νέα μόδα, όπου ειδικοί παιδαγωγοί αναλαμβάνουν με τεράστιες αμοιβές την ώρα να μάθουν στο δύο ετών παιδί σας μαθηματικά και λογοτεχνία! Να του μάθουν όλα τα απαραίτητα για να μπορεί να γίνει δεκτό σε νηπιαγωγείο περιωπής, για να καμαρώνει ο γονιός. Ο ίδιος γονιός που έχει ήδη αποφασίσει τι θα γίνει το παιδί του όταν μεγαλώσει για να τον κάνει αυτόν υπερήφανο. Κι ας ήθελε το παιδί να γίνει πυροσβέστης, ξέρω “γω, ή αστροναύτης ή ακόμα και ηθοποιός (φτου κακά).
Σκεφτήκαμε όμως ποτέ τι μας κάνει πραγματικά ευτυχισμένους σε αυτήν την ηλικία που δεν έχει ούτε ίχνος σκοτούρας; Γιατί τα παιδιά αδιαφορούν για το ποιός ξέρει να μετρά μέχρι το είκοσι στα ελληνικά και στα αγγλικά. Τα νοιάζει να βγουν έξω, να γίνουν «πωπός» -όπως λέμε στη Διδώ- να παίξουν με τα χώματα, να κυνηγηθούν, να πέσουν, να φοράνε χρωματιστά χανζαπλάστ στα πόδια τους για να καλύψουν τις γρατζουνιές τους, να μάθουν να κάνουν ποδήλατο και πατίνι, να ζωγραφίσουν τοίχους και πατώματα, να φάνε χώματα και άμμο και στο τέλος της μέρας να γυρίσουν σπίτι και να πέσουν για ύπνο κουρασμένα, αλλά ΕΥΤΥΧΙΣΜΕΝΑ.
Και όταν πέσουν σε ύπνο βαθύ να ονειρευτούν τι θέλουν να γίνουν οταν μεγαλώσουν.
Αν με ρωτάτε αν έχω σκεφτεί τι θα ήθελα εγώ να γίνει η Διδώ όταν μεγαλώσει, με συγχωρείτε, αλλά δεν έχω να σας δώσω μια απάντηση. Ας γίνει δικηγόρος ή μπαλαρίνα ή δασκάλα χορού σε παιδακια ή φαρμακοποιός ή ηλεκτρολόγος ή μοδίστρα ή μεγαλοστελεχος εταιρίας ή ζωγράφος ή ποιήτρια ή καθαρίστρια ή μαγείρισσα ή μαμά ή μαθηματικός. Ας γίνει ό,τι ονειρευτεί. Αρκεί να είναι ευτυχισμένη. Και για να είσαι ευτυχισμένος δεν χρειάζεται να μάθεις στα 2 σου ποια είναι η τετραγωνική ρίζα του 81.
Πηγή: brightsideofmom.gr