Της Αγγελικής Καρδαρά.
Κάποιες οικογένειες καταφέρνουν να κρύψουν το μυστικό: «ο μπαμπάς μπάρκαρε στα καράβια και θα λείψει καιρό» ή «η μαμά έχει πάει να βοηθήσει τη θεία Μαρία που ζει σε άλλη πόλη και είναι βαριά άρρωστη – θα λείψει μήνες»… Κάποιες άλλες όμως οικογένειες δεν τα καταφέρνουν… Η παραβατικότητα των γονιών έχει γίνει «ιστορία» για τα μίντια και όλοι πια γνωρίζουν: αυτό το αγόρι ή εκείνο το κορίτσι είναι παιδί φυλακισμένου. Πρόκειται για ένα στίγμα που θα το ακολουθήσει σε όλη του τη ζωή…
Το εξαιρετικά ενδιαφέρον άρθρο των Christopher Uggen και Suzy Mcelrath, το οποίο δημοσιεύτηκε στο επιστημονικό περιοδικό Journal of Criminal Law and Criminology, vol.104, issue 3, το φθινόπωρο του 2014, με τίτλο Parental Incarceration: What we know and where we need to go (Φυλάκιση Γονέων: Τι γνωρίζουμε και πού πρέπει να οδηγηθούμε) μας δίνει τη δυνατότητα να εξαγάγουμε σημαντικά συμπεράσματα αναφορικά με τις οδυνηρές επιπτώσεις της φυλάκισης των γονέων στην ψυχοσύνθεση και σωματική υγεία των παιδιών τους.
Η πρώτη θλιβερή διαπίστωση αφορά στην σημαντική αύξηση του αριθμού των έγκλειστων γονέων στα καταστήματα κράτησης των ΗΠΑ, γεγονός που σχετίζεται περισσότερο με το σύστημα απονομής δικαιοσύνης και την επιλογή των ποινών που τους επιβάλλονται, παρά με την αύξηση των ποσοστών εγκληματικότητας.
Ένα δεύτερο συμπέρασμα σχετίζεται με την κατάρριψη ενός μύθου, σύμφωνα με τον οποίο οι φυλακισμένοι γονείς είναι αμέτοχοι στις ζωές των παιδιών τους, τόσο πριν όσο και κατά τη διάρκεια του εγκλεισμού τους. Αντίθετα, η έρευνα δείχνει ότι οι φυλακισμένοι γονείς βρίσκονται στη ζωή των παιδιών τους, λειτουργώντας ως «αληθινοί γονείς»/ real parents. Πιο συγκεκριμένα, εκτιμάται ότι το 40% των έγκλειστων πατεράδων και το 60% των μητέρων ζούσαν με τα παιδιά τους πριν τον εγκλεισμό τους. Μάλιστα το 40% των έγκλειστων πατεράδων που δεν ζούσαν με τα παιδιά τους πριν τον εγκλεισμό τους, είχαν τακτικό επισκεπτήριο από εκείνα στη φυλακή.
Σε ένα μεγάλο βαθμό, συνεπώς, οι έγκλειστοι γονείς πριν τη φυλάκισή τους είχαν αναλάβει οι ίδιοι τη φροντίδα και την ανατροφή των παιδιών τους, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι η οικογενειακή τους ζωή εκτός φυλακής ήταν πάντοτε καλή ή έστω κοινωνικά αποδεκτή. Σύμφωνα με την έρευνα, υπάρχουν στοργικές οικογένειες φυλακισμένων αλλά και οικογένειες που παραμελούσαν ή/και κακοποιούσαν τα παιδιά τους.
Τα παιδιά των φυλακισμένων αντιμετωπίζουν ψυχολογικά και σωματικά προβλήματα, που συνήθως εμποδίζουν την ομαλή σωματική και ψυχολογική ανάπτυξή τους. Το σημαντικότερο από όλα είναι το στίγμα, που τα περιθωριοποιεί από το στενό και το ευρύτερο κοινωνικό τους περιβάλλον.
Ειδικότερα, η έρευνα διαπιστώνει ότι τα παιδιά συχνά εσωτερικεύουν τα προβλήματά τους, με αποτέλεσμα να αντιμετωπίζουν κατάθλιψη και άλλες παθογόνες καταστάσεις ή, αντίθετα, εξωτερικεύουν τα έντονα συναισθήματά τους, υιοθετώντας επιθετικές αλλά και παραβατικές συμπεριφορές.
Ως προς τα προβλήματα υγείας, αντιμετωπίζουν χρόνιες παθήσεις, όπως ημικρανίες, άσθμα και υψηλή χοληστερίνη. Παράλληλα, αντιμετωπίζουν σοβαρότατα προβλήματα στο σχολικό τους περιβάλλον που τα οδηγούν σε συνεχείς αδικαιολόγητες απουσίες, ή ακόμα και στην εγκατάλειψη του σχολείου. Ακόμα όμως και ως ενήλικες, όπως εμφατικά σημειώνεται στο εν λόγω άρθρο, δυσκολεύονται σε πολύ μεγάλο βαθμό να υιοθετήσουν τους βασικούς ρόλους που η κοινωνία αναμένει από έναν «μεγάλο».
Τα παραπάνω στοιχεία είναι πολύ σημαντικά και οφείλουν να διερευνηθούν συστηματικά και στην ελληνική πραγματικότητα, όπου αναμφίβολα ο εγκλεισμός του γονιού στη φυλακή δημιουργεί ένα τεράστιο κοινωνικό στίγμα, το οποίο ακολουθεί το παιδί σε όλη του τη ζωή.
Η νηφάλια και ολοκληρωμένη ενημέρωση του κοινού από τα ΜΜΕ μπορεί να παίξει καθοριστικό ρόλο στην εξάλειψη του «στίγματος του εγκλεισμού» τόσο για τον ίδιο τον αποφυλακισθέντα όσο και για τα παιδιά του.
Δυστυχώς, τα ΜΜΕ στη χώρα μας δεν έχουν δώσει πολλά θετικά δείγματα γραφής σε αυτό τον τομέα –της προστασίας των παιδιών φυλακισμένων- προχωρώντας ακόμα και σε δημόσια διαπόμπευση ανηλίκων, των οποίων οι γονείς βρίσκονται στη φυλακή. Στο βιβλίο μου Τρομοκρατία και ΜΜΕ, (εκδ. Αντ.Ν.Σάκκουλα), αναλύω συγκεκριμένες περιπτώσεις, όπου καθίσταται εμφανές ότι ο τρόπος προσέγγισης από τα ΜΜΕ ανάλογων περιπτώσεων παρουσιάζει πολλά προβλήματα.
Η δική μου πρόταση, καθώς διδάσκω δημοσιογραφία σε νέους, είναι η ένταξη θεματικών ενοτήτων σε ενημερωτικές εκπομπές, sites, εφημερίδες κλπ., οι οποίες θα πραγματεύονται τα πολυσύνθετα και πολυδιάστατα ζητήματα των φυλακών, με πολύ διαφορετικό τρόπο από τις σημερινές μάλλον ελλιπείς και αποσπασματικές αναφορές, οι οποίες συνήθως στοχεύουν στην τρομολαγνεία του κοινού ή, αντίθετα, στην ηρωοποίηση συγκεκριμένων εγκλείστων.
Η φυλακή δεν είναι αποκομμένη από την κοινωνία. Τα τείχη που χωρίζουν τους εγκλείστους από τους ελεύθερους πολίτες είναι τεχνητά και με καθορισμένη διάρκεια. Γρηγορότερα ή αργότερα, οι φυλακισμένοι θα ξανασυνδεθούν με το σύνολο και τότε πρέπει και οι δύο πλευρές να βρουν κοινούς κώδικες, ώστε οι πρώτοι να μπορέσουν να ενσωματωθούν ομαλά και οι δεύτεροι να μην τους ωθήσουν στο περιθώριο και πιθανόν ξανά στην παραβατικότητα.
Συνοψίζοντας, ο δημοσιογραφικός κόσμος οφείλει να προσεγγίζει με ιδιαίτερη ευαισθησία αλλά κυρίως με ολοκληρωμένη γνώση το ζήτημα του εγκλεισμού στα καταστήματα κράτησης, της υποτροπής (δηλαδή επιστροφής στη φυλακή, μετά τη διάπραξη νέων εγκληματικών ενεργειών), καθώς και των σχέσεων του έγκλειστου πληθυσμού με τις οικογένειές του και τα μέλη της ευρύτερης κοινωνίας. Μόνο με αυτόν τον τρόπο μπορεί να σπάσει ο φαύλος κύκλος ανατροφοδότησης της παραβατικής ή και εγκληματικής συμπεριφοράς.
Πηγή: postmodern.gr