Όταν πριν από 38 χρόνια, στις 25 Ιουλίου 1978, γεννήθηκε στο νοσοκομείο Όλνταμ της Αγγλίας το πρώτο παιδί από εξωσωματική γονιμοποίηση υπό την καθοδήγηση του δρα Στέπτοου, κανείς δεν φανταζόταν τη μεγάλη τομή που θα έφερνε αυτή η διαδικασία κατ’ αρχάς στον τρόπο αναπαραγωγής, αλλά και πόσο γερά θα έβαζε τις βάσεις στην κοινωνία να δεχθεί σταδιακά διαφορετικούς τύπους οικογενειών, που πριν από μερικά χρόνια φάνταζαν μακρινοί και ίσως για πολλούς εξωπραγματικοί.
Εν έτει 2016 έχουμε φτάσει πλέον, ιδίως η γενιά του Διαδικτύου και των έξυπνων κινητών, να θεωρούμε αυτονόητο ότι οι περισσότερες γυναίκες έχουν κατακτήσει το δικαίωμα να γίνονται μητέρες μόνες τους και εκτός γάμου, να μεγαλώνουν και να παίρνουν την ευθύνη για ένα ή περισσότερα παιδιά, παίζοντας γι’ αυτά διάφορους ρόλους. Αλήθεια, πόσες «διαφορετικές» μαμάδες μπορεί να υπάρχουν γύρω μας και να ανατρέφουν τα παιδιά τους σε περιβάλλοντα που πόρρω απέχουν από αυτά που βλέπουμε στις τηλεοπτικές διαφημίσεις με τις τετραμελείς οικογένειες γύρω από το τραπέζι;
Κάθε φορά που πηγαίνω με την κόρη μου στην παιδική χαρά, μου αρέσει να χαζεύω τις μαμάδες με τα παιδιά τους και να «μαντεύω» τις ιστορίες που κρύβονται πίσω από τις σχέσεις τους. Γέννησαν με φυσιολογικό τοκετό ή καισαρική; Αυτές που έρχονται πάντα μόνες τους είναι χωρισμένες ή απλώς πήραν την απόφαση να στηρίξουν μια μονογονεϊκή οικογένεια, που μπορεί να μην είναι πάντα αποτέλεσμα γέννησης με τον «κανονικό» τρόπο;
Η Έλενα είναι μια από αυτές τις μητέρες. Μία από τις γυναίκες που αποφάσισαν συνειδητά να δημιουργήσουν μόνες τους οικογένεια, λαμβάνοντας το σπέρμα ενός ανώνυμου δότη: Άνω των 45 ετών, ανώτερη δημόσια υπάλληλος, που «έτσι τα έφερε η ζωή» και τελικά, παρότι απολάμβανε τη μία μετά την άλλη επιτυχίες στην επαγγελματική πορεία της, δεν συνέβαινε το ίδιο με την προσωπική της διαδρομή. Τα χρόνια περνούσαν, ο πολυπόθητος σύντροφος δεν ερχόταν και η επιθυμία για ένα παιδί γινόταν όλο και μεγαλύτερη. Ψαγμένη και διαβασμένη η ίδια, εξπέρ σε ό,τι καινούργιο αναδείκνυε η επιστήμη της γενετικής, τα οποία μάθαινε μέσα από το Διαδίκτυο, διείδε νωρίς τις δυνατότητες που μπορούσαν να προσφέρουν οι τράπεζες σπέρματος για τη δική της περίπτωση.
Ζύγισε τα υπέρ και τα κατά και αποφάσισε να μπει στη διαδικασία να κάνει παιδί με ανώνυμο δότη από τράπεζα σπέρματος. Πρώτη, δεύτερη, τρίτη, εξωσωματική, η τέταρτη τελικά ήταν και η τυχερή, από την οποία προέκυψαν δύο αγοράκια, τα παιδιά της, τα οποία σήμερα συνιστούν την πρώτη της προτεραιότητα. Από το 2003, που επιτρέπεται νομικά και στην Ελλάδα σε μια ανύπαντρη γυναίκα να γίνεται μητέρα μέσω εξωσωματικής γονιμοποίησης, γύρω στις 50-70 ανύπαντρες γυναίκες καταφεύγουν, κάθε χρόνο, στη λύση της εγκυμοσύνης από δότη τράπεζας σπέρματος. Είναι γυναίκες με καλή οικονομική κατάσταση, μόρφωση, και ηλικίας από 35-45 ετών που βλέπουν τα χρονικά περιθώρια να στενεύουν και τη θέλησή τους για ένα παιδί να αψηφά τα όποια εμπόδια.
«Πρόκειται κυρίως για γυναίκες που άφησαν πίσω τους για χρόνια την προοπτική της οικογένειας και αφιερώθηκαν στην καριέρα, χωρίς να βλέπουν τίποτα άλλο. Κάποια στιγμή, όμως, συνειδητοποίησαν ότι δεν είχαν πλέον πολύ χρόνο για τη μητρότητα και επιπλέον δεν είχαν και σύντροφο, παρά μόνο επιθυμία, χρήματα και διάθεση να μπουν σε μια τέτοια διαδικασία. Τη λύση σε αυτές τις περιπτώσεις προσφέρει η εξωσωματική γονιμοποίηση από ανώνυμο δότη, στην οποία, πλέον, καταφεύγουν πολλές γυναίκες»υπογραμμίζει ο μαιευτήρας-γυναικολόγος Ευριπίδης Μαντούδης.
Το ενδιαφέρον στοιχείο που προσθέτει ο κ. Μαντούδης είναι ότι πλέον οι γυναίκες που θέλουν να γίνουν μαμάδες με αυτόν τον τρόπο παρακινούνται από τις οικογένειές τους, τους γονείς τους και το ευρύτερο περιβάλλον τους να προβούν σε αυτήν την κίνηση: «Οι περισσότερες γυναίκες έρχονται στο ιατρείο μαζί με τους γονείς τους, έχουν την απόλυτη στήριξή τους. Έχουμε αφήσει πλέον πολύ πίσω μας τις εποχές που τα παιδιά εκτός γάμου θεωρούνταν ‘‘στίγμα’’ και δακτυλοδεικτούμενα. Από την εμπειρία μου τα τελευταία χρόνια και τις σχέσεις που έχω κρατήσει με αυτές τις μητέρες είναι απόλυτα ευπρόσδεκτα στην κοινωνία και ενσωματώνονται πλήρως. Το πιο δύσκολο κομμάτι, βέβαια, είναι για τη μητέρα που καλείται να διαδραματίσει πολλαπλούς ρόλους και να ‘‘καλύψει’’ τυχόν κενά που θα προκύψουν στον ψυχικό κόσμο των παιδιών, όταν ‒και αν‒ αισθανθούν την έλλειψη ενός πατέρα, βλέποντας γύρω τους άλλες οικογένειες καθώς μεγαλώνουν».
Η δημοσιοποίηση και η εξωστρέφεια αυτών των «διαφορετικών» μαμάδων για τη δημιουργία οικογένειας με τέτοιον τρόπο φαίνεται πως συμβάλλει ακόμα περισσότερο στην εξοικείωση του κόσμου με αυτούς τους καινούργιους τύπους οικογένειας. Πρόσφατα Κύπρια ηθοποιός, η οποία συμμετέχει σε καθημερινή τηλεοπτική σειρά υψηλής τηλεθέασης στην Ελλάδα, παραδέχτηκε δημόσια ότι έμεινε έγκυος από ανώνυμο δότη και δεν δίστασε να μοιραστεί την ιστορία της, αλλά και τις ανησυχίες της ακόμα και με τους τηλεθεατές, μιλώντας γι’ αυτήν την εμπειρία της σε εκπομπές. «Μπήκα στα 38 και είδα τα περιθώρια να στενεύουν. Είχα εισπράξει πολλή αγάπη από την οικογένειά μου και ήθελα αυτήν την αγάπη να τη δώσω πίσω, σε ένα δικό μου παιδί. Τα τελευταία δύο χρόνια γύριζε αυτή η ιδέα στο μυαλό μου, σύντροφος δεν υπήρχε και, παρά κάποιες αρχικές ενστάσεις που είχα, τελικά αποφάσισα να το κάνω» εξομολογήθηκε η ηθοποιός Πανίτσα Χατζηαράπη. Παρότι, βέβαια, η διαδικασία έχει εν πολλοίς απενοχοποιηθεί, ακόμα δεν είναι πολλές οι γυναίκες που θα παραδέχονταν κάτι τέτοιο δημόσια.
Ένα βήμα μπροστά: Μαμάδες μετά από κατάψυξη ωαρίων
Αν και στο εξωτερικό είναι πιο διαδεδομένο, στην Ελλάδα μόλις πριν από δύο μήνες, τον Μάρτιο του 2016, ήρθε στον κόσμο το πρώτο παιδί, ένα κοριτσάκι, μετά από γονιμοποίηση κατεψυγμένου ωαρίου στο μαιευτήριο Μητέρα, ανοίγοντας έτσι την πόρτα στις γυναίκες να προχωρήσουν ένα βήμα μπροστά και να ελαχιστοποιήσουν το ρίσκο του «ελαττωματικού» ωαρίου που αυξάνει μετά τα 40, «καταψύχοντας» τα ωάριά τους σε πιο μικρή ηλικία. Έτσι θα μπορούσαν να τα χρησιμοποιήσουν κάποια στιγμή στο μέλλον, αν η ζωή ή ακόμα και κάποιοι λόγοι υγείας δεν τους επιτρέψουν να γίνουν μητέρες όταν εκείνες επιθυμούν.
Σύμφωνα με τον κ. Γιάννη Σκλαβούνο, μαιευτήρα-γυναικολόγο, «αυτό είναι κάτι που συμβαίνει τα τελευταία χρόνια στην Ελλάδα και έχει ανοδική πορεία. Μια γυναίκα μπορεί να αποφασίσει να το κάνει, προσπαθώντας να ‘‘προλάβει’’ καταστάσεις και να χρησιμοποιήσει ένα ‘‘γερό’’ ωάριο, που το έχει καταψύξει, τη στιγμή που εκείνη θέλει. Συμβαίνει, επίσης, και σε περιπτώσεις που μια γυναίκα θέλει να καθυστερήσει λίγο ακόμα τη δημιουργία οικογένειας και επιθυμεί να διασφαλίσει, ότι όταν θα το αποφασίσει, αυτό το ‘‘καλό ωάριο’’ θα μπορεί να της δώσει ένα παιδί».
Παράδειγμα είναι η Ζωή: μια 39χρονη φαρμακοποιός, η οποία τυχαία, κάνοντας κάποιες ορμονικές εξετάσεις, έμαθε από τον γυναικολόγο της ότι η ποιότητα του ωαρίου της… φθίνει μέρα με την ημέρα, με αποτέλεσμα, τώρα στα 39 της, τα ωάριά της να έχουν την ελάχιστη δύναμη μιας 45χρονης. «Πανικοβλήθηκα. Διαβάζοντας και συζητώντας με τον γιατρό μου για τις δυνατότητες που έχω, αποφάσισα να το κάνω. Δεν ξέρω αν τελικά θα το χρησιμοποιήσω, αλλά θέλω να γνωρίζω ότι αν τελικά δεν καταφέρω να γίνω μαμά με κάποιον σύντροφο, θα έχω τη δυνατότητα να κάνω ένα παιδί με ένα δικό μου, γερό ωάριο».
Ίσως κάποιοι θεωρήσουν ότι όλες αυτές οι επιλογές των σύγχρονων γυναικών είναι εγωιστικές και ότι δεν θα πρέπει στον βωμό της χειραφέτησης μια γυναίκα να μπορεί να θεωρεί ότι έχει τη δύναμη να στραφεί ενάντια στη φύση και να μην προσφέρει το δεδομένο: Μια οικογένεια με δύο γονείς. Στο τέλος της ημέρας, όμως, ποια είναι η καλύτερη εικόνα από αυτήν μιας μαμάς που αγκαλιάζει στοργικά το παιδί της; Με όποιον τρόπο και αν αυτό ήρθε στον κόσμο…
Πηγή: talcmag.gr