Της Ντίνας Δασκαλοπούλου
Βρέχει καταρρακτωδώς, ενώ πέφτει το σκοτάδι στην πλατεία Βικτωρίας. Δεκάδες άνθρωποι κουρνιάζουν κάτω από μπαλκόνια, τέντες και στέγαστρα, άλλοι τρυπώνουν και κλείνουν τα φερμουάρ από τις σκηνές τους κι άλλοι στέκονται κάτω από τα δέντρα.
ΕΦ.ΣΥΝ./ ΜΑΡΙΟΣ ΒΑΛΑΣΟΠΟΥΛΟΣ
Είναι το πολλοστό κύμα προσφύγων που ξεμπαρκάρει για λίγες ώρες στη γειτονιά, πριν συνεχίσει το μακρύ του ταξίδι προς την Ευρώπη. Αυτό το ταξίδι προσπαθούν να διευκολύνουν οι «Μέλισσες».
Εμφανίστηκαν πρώτη φορά δημόσια το καλοκαίρι στο Πεδίον του Αρεως. Γυναίκες από όλο τον κόσμο, που ζουν χρόνια στην Ελλάδα, έφτιαχναν κάθε μέρα σπιτικά πρωινά και τα μοίραζαν στα παιδιά που είχαν κατασκηνώσει μαζί με τους γονείς τους εκεί.
ΕΦ.ΣΥΝ./ ΜΑΡΙΟΣ ΒΑΛΑΣΟΠΟΥΛΟΣ
Τα ΜΜΕ τις λάτρεψαν -τι πιο συγκινητικό από κυρίες που φτιάχνουν κουλουράκια; Ομως, οι «Μέλισσες» είναι κάτι πολύ παραπάνω: μετανάστριες, εργάτριες, φεμινίστριες, βαθιά πολιτικοποιημένες, έχουν στήσει ένα δίκτυο γυναικών που φιλοδοξεί να παρέμβει δυναμικά στην πόλη μας.
Σαν τις γιαγιάδες μας
ΕΦ.ΣΥΝ./ ΜΑΡΙΟΣ ΒΑΛΑΣΟΠΟΥΛΟΣ
Στο νεοκλασικό της οδού Φερών, γύρω από ένα τραπέζι, οι γυναίκες φτιάχνουν παιχνίδια από μαλλί τραγουδώντας -σαν τις γιαγιάδες μας που έφτιαχναν σκουφάκια και πουλόβερ για τον χειμώνα.
Πού και πού το τραγούδι σταματά κι αρχίζει η κουβέντα: οι πρόσφυγες στην πλατεία, οι μνήμες από τη δική τους προσφυγιά, η καθημερινότητά τους, τα παιδιά τους, οι άντρες τους, η μοναξιά τους κι η χαρά τους -όλα τα θέματα χωρούν γύρω από αυτό το τραπέζι. Τα παιχνιδάκια που ετοιμάζουν οι «Μέλισσες» θα μπουν σ’ ένα σακίδιο που θα συντροφέψει τα προσφυγόπουλα του Ελαιώνα στη συνέχεια του ταξιδιού τους.
ΕΦ.ΣΥΝ./ ΜΑΡΙΟΣ ΒΑΛΑΣΟΠΟΥΛΟΣ
Οι «Μέλισσες» έχουν εμπειρία από το δικό τους ταξίδι προς την Ελλάδα κι αυτήν αξιοποίησαν, για να αποφασίσουν τι θα περιείχε το σακίδιο που προχθές μοίρασαν στα παιδιά: πρέπει να είναι ελαφρύ, πρέπει να περιέχει προϊόντα ατομικής υγιεινής, ζεστά καλτσάκια, παπούτσια κι ένα αντιανεμικό, πρέπει να έχει σφυρίχτρα και φακό για μια δύσκολη στιγμή, πρέπει να έχει θρεπτικά και νόστιμα σνακ, πρέπει να έχει μαρκαδόρους, χαρτιά και μολύβια.
Κι ένα μικρό χειροποίητο παιχνιδάκι -τα παιδιά μπορεί να μην καταλάβουν, αλλά σίγουρα θα νιώσουν την αγάπη και την τρυφεράδα, με την οποία τα χέρια μιας άγνωστης το έφτιαξαν. Κι ένα μικρό τετράδιο -τα παιδιά μπορεί να μη φανταστούν, γιατί βρέθηκε εκεί, η Κλικ όμως ξέρει.
Η «μάμα»
ΕΦ.ΣΥΝ./ ΜΑΡΙΟΣ ΒΑΛΑΣΟΠΟΥΛΟΣ
Η Κλικ Νγκουέρε είναι η προσωποποίηση της «μάμα»: είναι γεματούλα και ζουμερή, έχει μια τεράστια αγκαλιά κι ένα ακόμα πιο μεγάλο χαμόγελο. Συντονίζει το εργαστήρι κατασκευής παιχνιδιών και τραγουδά υπέροχα.
Στα 53 της θα μπορούσε να είναι η χαρωπή γειτόνισσά σου, όμως η Κλικ από την Οργάνωση Ενωμένων Γυναικών της Αφρικής, στα 15 της μόλις, πήρε τα όπλα εναντίον των Βρετανών αποικιοκρατών στη Ζιμπάμπουε και πολέμησε σαν αντάρτισσα για 8 χρόνια.
ΕΦ.ΣΥΝ./ ΜΑΡΙΟΣ ΒΑΛΑΣΟΠΟΥΛΟΣ
Οταν άφησε τα όπλα, έγινε καθηγήτρια Ιστορίας, ερωτεύτηκε παράφορα τον δημοσιογράφο που της έκανε το πορτρέτο σε μια εφημερίδα, τον παντρεύτηκε, έκανε παιδιά κι είδε τη ζωή της να γίνεται δυο φορές κινηματογραφική ταινία -με την ιστορία της μεγάλωσαν οι νεότερες γενιές της πατρίδας της.
Οταν ο σύντροφός της πέθανε, ολόκληρη η περιουσία της με βάση τον νόμο της χώρας έπρεπε να περάσει στην οικογένειά του.
Η Κλικ ξεκίνησε έναν μακροχρόνιο δικαστικό αγώνα, τον κέρδισε κι άλλαξε το οικογενειακό δίκαιο της Ζιμπάμπουε. Δική της ιδέα ήταν να μπει στο σακίδιο το ημερολόγιο.
ΕΦ.ΣΥΝ./ ΜΑΡΙΟΣ ΒΑΛΑΣΟΠΟΥΛΟΣ
«Τα χρόνια του αντάρτικου κρατούσα ημερολόγιο κάθε μέρα», διηγείται η Κλικ. «Για μια γυναίκα το αντάρτικο είναι δύσκολο και σωματικά και συναισθηματικά. Αυτό το ημερολόγιο ήταν η άμυνά μου κι ο τρόπος να κρατήσω τα γεγονότα ζωντανά, να περάσουν στις επόμενες γενιές. Σκέφτηκα λοιπόν πως τα παιδιά-πρόσφυγες τώρα ζουν μια ανάλογη, ριψοκίνδυνη εμπειρία κι ίσως είναι και για εκείνα μια παρηγοριά ένα τετράδιο, όπου θα μπορούν να γράψουν όσα τους συμβαίνουν».
ΕΦ.ΣΥΝ./ ΜΑΡΙΟΣ ΒΑΛΑΣΟΠΟΥΛΟΣ
Αυτό το βαθύ νοιάξιμο, αυτή η τρυφεράδα είναι που φέρνει κοντά όλες ετούτες τις γυναίκες που ήρθαν στην Ελλάδα, κυνηγημένες από πολέμους και τη φτώχεια. Αυτό το ίδιο νοιάξιμο, η ίδια τρυφεράδα είναι που κινητοποιεί και τις ντόπιες που σιγά σιγά εντάσσονται στο πολύβουο και πολύχρωμο μελίσσι της οδού Φερών.
Πώς ξεκίνησε
Η ανθρωπολόγος Ναντίνα Χριστοπούλου είναι μία από τις γυναίκες που εμπνεύστηκαν και δουλεύουν ασταμάτητα εδώ και περίπου τρία χρόνια για να στηθεί το δίκτυο.
Η Ναντίνα μάς αφηγείται την περιπέτεια που γέννησε τη «Μέλισσα»: «Η ιδέα ξεκίνησε από μετανάστριες από την Αφρική, την Ασία και τα Βαλκάνια που είχαν ενεργό ρόλο στις κοινότητές τους κι είχαν ήδη δώσει σκληρές μάχες για τα εργασιακά τους δικαιώματα και την ιθαγένεια των παιδιών. Εντόπισαν την ανάγκη να φτιάξουμε έναν κοινό τόπο, που θα έδινε τη δυνατότητα να συναντηθούν και να αναπτύξουν κοινές δράσεις».
ΕΦ.ΣΥΝ./ ΜΑΡΙΟΣ ΒΑΛΑΣΟΠΟΥΛΟΣ
Ετσι, γυναίκες που χρόνια τώρα αποτελούν ηγετικές μορφές, όπως η εκπαιδευτικός Δήμητρα Μάλλιου από το Φόρουμ Μεταναστών, η Ντέμπορα Κάρλος-Βαλέντσια, κοινωνική λειτουργός, ιδρυτικό στέλεχος της Ενωσης Κασάπι και του δικτύου γυναικών από τις Φιλιππίνες DIWATA, η ιστορικός και δημοσιογράφος Ιρίνα Στεπάνοβα, η αντιπρόεδρος της Οργάνωσης Νιγηριανών της Διασποράς Μαρία Ιφι Οχιλέμπο οργάνωσαν μια πρώτη συνάντηση γυναικών.
Το 2014 περισσότερες από 100 γυναίκες από περίπου 40 χώρες, οργανώσεις με μεγάλη δράση και εμπειρία, αλλά και μικρά άτυπα δίκτυα αλληλεγγύης συναντήθηκαν και ίδρυσαν τη «Μέλισσα».
- Μπορείτε να τις βρείτε στο facebook, μπορείτε να περάσετε από την οδό Φερών 18, για να αφήσετε κάποια από τα είδη που μαζεύουν για τα προσφυγόπουλα, ακόμα καλύτερα όμως θα είναι να ενταχθείτε στο μελίσσι τους.
Πηγή: efsyn.gr