Τέσσερα χρόνια μετά τον βαρύ τραυματισμό της κόρης της από τον πρώην σύζυγό της, η Σπυριδούλα Φατούρου παλεύει να τα βγάλει πέρα χωρίς οικονομική βοήθεια από πουθενά – Μόνο η νοσηλεία κοστίζει 3.000 € το μήνα
12 Αυγούστου 2013. Το πανελλήνιο μουδιάζει από μία απόπειρα δολοφονίας τόσο βίαιη και στυγερή όσο και πρωτόγνωρη για την ελληνική κοινωνία και τα αστυνομικά χρονικά.
Ενας πατέρας, ο 47χρονος τότε Γιώργος Μπόγρης, πυροβολεί εξ επαφής τη 17χρονη κόρη του Ασπα μετά τη μεσημεριανή τους έξοδο για φαγητό στην πλατεία Λαϊκής Αγοράς του Αργους. Υστερα από λίγο ο εκτελεστής-πατέρας αυτοκτονεί αφήνοντας πίσω του ένα σημείωμα με παραλήπτη τη μητέρα της Ασπας, τη Σπυριδούλα Φατούρου, με την οποία βρισκόταν σε διάσταση πάνω από τέσσερα χρόνια. Της γράφει: «Κανονικά θα έπρεπε να σκοτώσω εσένα, αλλά επειδή θα ζήσεις, όσο ζήσεις, με το βάρος του θανάτου της, θα είναι καλύτερα». Ο σκοπός του απύθμενου μίσους του στο πρόσωπο της πρώην συζύγου του δεν πραγματώνεται. Η Ασπα μεταφέρεται στο νοσοκομείο βαριά τραυματισμένη, με δύο σφαίρες στο κεφάλι, και παρά τους φόβους όλων ότι «το παιδί δεν θα καταφέρει να νικήσει τον θάνατο», εκείνη κερδίζει τη μάχη.
Τα τραύματα ωστόσο που φέρει δεν της επιτρέπουν να συνεχίσει μια φυσιολογική ζωή, με την εισαγωγή της σε κέντρο αποκατάστασης της Λάρισας να αποτελεί μονόδρομο. Δίπλα της όλο αυτό το διάστημα στέκει κερί αναμμένο η μητέρα της Σπυριδούλα. Η μάνα-ηρωίδα που σήμερα ζητάει τη βοήθεια όλων μας προκειμένου η μονάκριβη κόρη της να κερδίσει έστω και κάποιες πτυχές μιας φυσιολογικής ζωής: «Η Ασπα σήμερα σαφώς και είναι καλύτερα από τον πρώτο καιρό. Αντιλαμβάνεται και απαντά με τα μάτια σχεδόν στις περισσότερες ερωτήσεις.
Τρώει από το στόμα αλεσμένες τροφές, αναπνέει μόνη της, ωστόσο τα υγρά και τα φάρμακα τα δίνουμε από έναν σωλήνα που έχει τοποθετηθεί στο στομάχι της. Ομως δεν μιλά, δεν κινείται, κλαίει και κάποιες φορές γελά. Η δική μου ψυχολογία; Μην τα ρωτάτε! Οταν βλέπεις τη μονάκριβή σου τέσσερα χρόνια καθηλωμένη να λιώνει, να μην μπορεί να σου πει αν πονάει, πού πονάει, αν θέλει κάτι ή δεν θέλει, πεθαίνεις καθημερινά. Οσο χάλια όμως κι αν είμαι ψυχολογικά, δεν μου επιτρέπεται να το δείξω. Μπροστά της είμαι η μαμά που γνώρισε και ήξερε όλα τα χρόνια. Δεν θα πω ψέματα για να εντυπωσιάσω. Δεν αντέχεται, καρδιά μου, αυτό!» λέει η κυρία Φατούρου.
Ο οικονομικός Γολγοθάς
Από το ξεκίνημα της οικογενειακής αυτής τραγωδίας η κυρία Φατούρου δεν έρχεται αντιμέτωπη μόνο με τον προσωπικό της πόνο, αλλά και με ένα βουνό οικονομικών υποχρεώσεων που ξεκινά να ανεβαίνει μόνη. Πουλά ό,τι έχει και δεν έχει, εκτίθεται στα ΜΜΕ προκειμένου να ευαισθητοποιήσει τον κόσμο, ενώ έρχεται αντιμέτωπη με μια πολιτεία που ρίχνει τα ΑΜΕΑ στον γκρεμό. «Σήμερα, για τις ανάγκες της Ασπας απαιτούνται περισσότερα από 3.000 ευρώ τον μήνα διότι δεν είναι μόνο τα χρήματα που πρέπει να δίνω στο κέντρο αποκατάστασης, αλλά και όλες οι υπόλοιπες ανάγκες που οφείλω να καλύπτω και οι οποίες, πιστέψτε με, είναι πάρα πολλές! Επιγραμματικά αναφέρω ότι μόνο το κόστος των βιταμινών και των σκευασμάτων που επιβάλλονται για την καλύτερη λειτουργία του οργανισμού και του εγκεφάλου της Ασπας αγγίζει στα 500 με 600 ευρώ μηνιαίως! Και εννοείται ότι οι ανάγκες της δεν σταματούν εκεί.
Αν σκεφτείτε ότι η ιστορία της Ασπασίας μετρά τέσσερα χρόνια, ο κόσμος είναι λογικό να αναρωτηθεί πώς καλύπτονται οι οικονομικές ανάγκες της. Με το χέρι στην καρδιά, λοιπόν, θα απαντήσω το εξής: τον πρώτο καιρό ό,τι είχα και δεν είχα πουλήθηκε για να καλυφθούν τα έξοδά της. Από κάποιο σημείο και μετά, όμως, τη στιγμή που υπάρχουν μόνο έξοδα και μηδέν έσοδα, αυτά που είχα τελείωσαν. Σε αυτό το σημείο πρέπει να ευχαριστήσω τον κόσμο. Τον απλό, φτωχό κόσμο που υπήρξε πάντα αρωγός σε κάθε δράση που πραγματοποιούνταν για την Ασπα μας. Ετσι κατάφερνα, ανά διαστήματα, να καλύπτω τις όποιες ανάγκες της. Αν λοιπόν με ρωτάτε “από πού;”, η απάντηση είναι από δράσεις που γίνονται ανά διαστήματα», λέει η κυρία Φατούρου και συνεχίζει: «Η κρατική στήριξη είναι αστεία. Με ένα επίδομα, το λεγόμενο εξωιδρυματικό, της τάξεως των 750 ευρώ μηνιαίως, δεν καλύπτεις τίποτε απολύτως.
Πρέπει κάποια στιγμή να ξαναδούν το ζήτημα με τα ΑΜΕΑ. Δεν γίνεται, δεν μπορούν να επιβιώσουν με ένα επίδομα και ειδικά οι βαρέως πάσχοντες, κατηγορία στην οποία ανήκει και η κόρη μου. Ολα όσα λέω στην Ευρωπαϊκή Ενωση θεωρούνται αυτονόητα και τα προσφέρει το κράτος. Εδώ έχουμε μείνει πίσω στους νόμους. Πριν από 30 χρόνια η περίπτωση της Ασπασίας δεν θα είχε προσδόκιμο επιβίωσης. Τώρα όμως είναι αλλιώς. Οι γιατροί έχουν εξειδικευτεί, τα φάρμακα έχουν αλλάξει, δημιουργήθηκαν κέντρα αποκατάστασης, μεγάλωσε το προσδόκιμο. Δεν μπορεί η επιστήμη να εξελίσσεται για τους ασθενείς από τη μία και από την άλλη το ίδιο το κράτος να τους παίρνει και να τους πετάει στον Καιάδα… Εξάλλου, οι εκάστοτε κυβερνώντες ξεχνούν δύο σοβαρά πράγματα: πρώτον, η αντιμετώπιση των ΑΜΕΑ σημαίνει πολιτισμός και, δεύτερον, ότι όλοι είμαστε εν δυνάμει ΑΜΕΑ. Σήμερα, φτιάχνω κάποιες λαμπάδες προκειμένου να μπορέσω να καλύψω κάποια μικροέξοδα της Ασπας. Μετά από αυτό δεν ξέρω τι θα κάνω. Εύχομαι ο Θεός να βάλει το χέρι Του…».
Οι κλειστές πόρτες επωνύμων και πολιτικών
Το χέρι τους στην τραγική υπόθεση της Ασπας έτειναν κατά καιρούς και διάφοροι επώνυμοι, ωστόσο, όπως επισημαίνει η κυρία Φατούρου, ελάχιστοι από αυτούς το έβαλαν και στην τσέπη: «Πολλοί πέρασαν από την Ασπα μας. Αρκετοί επώνυμοι. Ηρθαν μόνο και μόνο να της προσφέρουν χαρά, χαμόγελο, δύναμη. Να νιώσει ότι ειλικρινά όλη η Ελλάδα την αγαπά. Ομως μέχρι εκεί. Εκτός από ελάχιστες εξαιρέσεις, αν ρωτάτε πόσο βοήθησαν οικονομικά οι επώνυμοι, θα σας απαντήσω “καθόλου”! Εταξαν πολλά, μα δεν έκαναν τίποτα… Κανείς από αυτούς που πέρασαν δεν έγινε “χορηγός” της! Και το λέω γιατί το άκουσα και αυτό!
Ωστόσο, τους ευχαριστώ πολύ γιατί της πρόσφεραν χαμόγελο, χαρά και δύναμη να συνεχίσει τον αγώνα της».
Στις επώνυμες πόρτες που έμειναν κλειστές για την Ασπα συγκαταλέγονται και εκείνες ορισμένων πολιτικών, κανείς εκ των οποίων δεν έχει επιδείξει μέχρι σήμερα την παραμικρή ευαισθησία. «Φυσικά και έχω χτυπήσει πόρτες πολιτικών. Αλλά, βλέπετε, και αυτοί είναι επιλεκτικοί. Προσφέρουν μόνο όπου θέλουν», λέει η κυρία Φατούρου και συνεχίζει: «Χωρίς να είμαι ρατσίστρια, γιατί όλοι είμαστε παιδιά του Θεού, είναι απαράδεκτο η κυβέρνηση να βοηθάει τους πρόσφυγες με επιδόματα και hot spots, αφήνοντας τα δικά μας παιδιά λιπόθυμα από ασιτία στη μέση του δρόμου και παιδιά ΑΜΕΑ στο έλεος του Θεού.
Δεν μπορεί οι κυβερνώντες να λένε ότι είμαστε Ευρωπαίοι όταν είναι ανίκανοι να προσφέρουν στο δικό μου παιδί, ένα παιδί με 99% αναπηρία, ένα σπίτι που να πληροί τις προϋποθέσεις, ένα ειδικό αυτοκίνητο για τη μεταφορά του και μια εξειδικευμένη νοσηλεύτρια και να με αναγκάζουν να βγαίνω και να ζητάω τα αυτονόητα προκειμένου να του παρέχω μία αξιοπρεπή ζωή και επιβίωση. Οι πολιτικοί μας είναι μόνο για το φαίνεσθαι».
Το τελευταίο διάστημα, η Ασπα δεν είναι καλά. Η αλλαγή της έχει θορυβήσει τη μητέρα της, η οποία σκέφτεται πλέον να πάρει την κόρη της από το κέντρο αποκατάστασης και να μεταφερθούν σε ένα σπίτι όπου η νεαρή κοπέλα θα μπορεί να ζήσει μια φυσιολογική ζωή, τουλάχιστον όσο της το επιτρέπει η κατάστασή της.
«Η Ασπα πάλευε και παλεύει να ξαναβρεί το μυαλό και το σώμα της πολύ σκληρά και πολλές φορές άνισα. Είναι τέσσερα χρόνια σε νοσοκομεία και σε κέντρο αποκατάστασης. Μόνη της, μακριά από τους φίλους της, τις δραστηριότητές της, τον τόπο της, τους δικούς της ανθρώπους. Βλέπει όλα αυτά τα χρόνια νοσηλευτές, θεραπευτές, γιατρούς. Την αγαπούν και της το δείχνουν, όμως, δεν είναι αυτή ζωή για ένα 20χρονο κορίτσι. Παλεύει, καταλαβαίνει ότι δεν τα καταφέρνει, κι αυτό την καταρρακώνει ψυχολογικά. Εχει κουραστεί… Εχει αρχίσει να αφήνεται. Το δείχνει με όποιον τρόπο μπορεί», επισημαίνει η κυρία Φατούρου. «Η Ασπα πρέπει, έχει το δικαίωμα να δοκιμάσει μια φυσιολογική, όσο φυσιολογική μπορεί να είναι, ζωή.
Δεν σκοπεύω να την πάω σε άλλο κέντρο αποκατάστασης. Πιστεύω ότι ήρθε η ώρα για τη μονάκριβη κορούλα μου να μεταφερθεί σε ένα σπίτι που να πληροί τις προϋποθέσεις. Να νιώσει πως είναι και αυτή άνθρωπος. Από κει και πέρα, θα χρειαστεί θεραπείες. Το έχω ξαναπεί ότι η Ασπα δεν θέλει συντήρηση, θέλει δυναμικό και φουλ πρόγραμμα για εξέλιξη. Ολα αυτά μεταφράζονται σε τουλάχιστον 5.000 ευρώ μηνιαίως. Ξέρω πως κάποιοι θα αναρωτηθούν: “Μα αφού χρειάζεται τόσα χρήματα, γιατί δεν παραμένουν εκεί που είναι;”. Οχι! Πρέπει να γίνει το επόμενο βήμα! Η Ασπα έχει δικαίωμα να δοκιμάσει. Να ρισκάρει, αν το θέλετε. Πρέπει να γίνει και κάτι άλλο. Είναι νέα, έχει ανάγκη να βρεθεί σε ένα σπίτι, να βλέπει πιο συχνά αγαπημένα πρόσωπα, να μυρίσει φαγητό στην κουζίνα, να βγει μια βόλτα έξω, να χαζέψει τα μαγαζιά, να καθίσει σε μια παραλία. Οσα για εμάς είναι δεδομένα, γι’ αυτήν είναι ζητούμενα».
Παρά τις τεράστιες δυσκολίες με τις οποίες έρχεται αντιμέτωπη σε καθημερινή βάση, η κυρία Φατούρου δεν το βάζει κάτω. Εδώ και λίγο καιρό, «τρέχει» μια λαχειοφόρο αγορά για την αγορά ενός ειδικού για τις μετακινήσεις ΑΜΕΑ αυτοκινήτου, το οποίο κρίνεται απαραίτητο για τη νέα ζωή της Ασπας, ενώ παραδέχεται ότι οι ελπίδες για την ανάκαμψη του παιδιού της αποτελούν το τελευταίο πράγμα που θα χάσει σ’ αυτή τη ζωή: «Φοβάμαι ότι η λαχειοφόρος αγορά μάλλον δεν θα πετύχει τον στόχο, δεν θα μαζευτούν τα χρήματα. Δεν θέλω οίκτο.
Σεβασμό και πραγματικό ενδιαφέρον από κάποιον θέλω. Οσο ζω θα ελπίζω για κάτι καλύτερο. Απογοητεύομαι, ναι! Πολλές φορές. Αλλά την ελπίδα δεν τη χάνω. Με βοηθούν σε αυτό η ίδια η Ασπα και ο Θεός. Θέλω να τη δω καλά, να συνεχίσει τη ζωή της, τα όνειρα της. Της τα στέρησαν τόσο άδικα… Ομως επειδή πρέπει να είμαι ρεαλίστρια, περιμένω να γίνει ακόμη καλύτερα, να μπορεί να αυτοεξυπηρετείται όσο είναι δυνατόν. Κάποια στιγμή θα φύγω από τη ζωή. Η Ασπα τι θα γίνει; Σε αυτή την περίπτωση, το μόνο που θα Τον παρακαλέσω είναι να μας πάρει και τις δύο μαζί… Ούτε ένα λεπτό διαφορά…».
Πηγή: protothema.gr