Της Ρομίνας Ξύδα
Ταξίδι, γέλια, σχέδια, φωνές, χαρά. Κάπως έτσι ήταν σκηνοθετημένη η άφιξη της 36χρονης Αντέλμα Ρουίζ και των δίδυμων κοριτσιών της, Μορίν και Αλόντρα, στο αεροδρόμιο των Βρυξελλών το πρωινό της περασμένης Τρίτης. Θα ταξίδευαν, λέει, οι τρεις τους στην Νέα Υόρκη για να δουν τη γιαγιά που τόσο είχαν πεθυμήσει. Ο πατέρας ήταν κι αυτός εκεί, δίπλα τους, μ” ένα μεγάλο φιλί κι ένα “καλό ταξίδι”. Και ξάφνου μέσα σε κλάσματα δευτερολέπτου τα γέλια έγιναν σπαρακτικό κλάμα, τα σχέδια στάχτη, οι φωνές ουρλιαχτά, η χαρά πάγος και το ταξίδι δίχως επιστροφή. Ο παρανοϊκός εγκέφαλος μιας παρέας Τζιχαντιστών που βρίσκεται την μοιραία στιγμή στο μοιραίο μέρος δεν ξεχωρίζει μάνες, παιδιά, ηλικίες, όνειρα, πόνους, ελπίδες, ζωή, θάνατο, παρελθόν και μέλλον. Πυροδοτεί μόνο το παρόν κάνοντας το στάχτη. Η Αντέλμα πέφτει νεκρή μπροστά στα μάτια του συζύγου της και των δύο μικρών πριγκιπισσών της. Το βασίλειο της ευτυχισμένης οικογένειας ισοπεδώνεται οριστικά, όπως και η επικράτηση του καλού που οι μικρές μάθαιναν στα παραμύθια. Η μαμά είναι νεκρή. Η μαμά έφυγε για ένα μεγάλο ταξίδι. Η μαμά δεν θα γυρίσει πίσω ποτέ. Όχι δεν έκανε κάτι ούτε έφταιξε σε τίποτα. Απλώς βρέθηκε σε λάθος μέρος την λάθος στιγμή. Αθώα μέσα στο μίσος, γυμνή πάνω σε παπλώματα παράνοιας, άοπλη κάτω από από σφαίρες, όπλα, βόμβες και καρφιά. Η δειλία πανηγυρίζει, ο τρόμος θριαμβεύει, ο θυμός βασιλεύει με φόντο το νεκρό κορμί μιας μάνας και το απελπισμένο βλέμμα δύο μικρών παιδιών που κανείς δεν θα είναι ποτέ ικανός να τους εξηγήσει το “γιατί”. Και η χαρά, η χαρά, θα καθυστερήσει πολύ μέχρι να επιστρέψει στις ζωές τους. Η πτήση της “ματαιώθηκε” έτσι ξαφνικά. Στα τρία τους μόλις χρόνια…