Είναι κατά κανόνα πλούσιες και ευφάνταστες στη διάρκεια της προσχολικής ηλικίας, για να αραιώσουν και να φτωχύνουν όσο περνάνε τα χρόνια, και να σταματήσουν σχεδόν τελείως κατά τη διάρκεια της εφηβείας. Ο λόγος για τις παιδικές ζωγραφιές που μπορούν εκτός από τη δημιουργική έκφραση των παιδιών να αποτελέσουν κι ένα πολύ χρήσιμο εργαλείο για τη διερεύνηση της συναισθηματικής, ψυχικής και νοητικής τους κατάστασης.
Δεν υπάρχει τίποτα πιο ωραίο από μια ευφάνταστη, χρωματιστή και χαρούμενη παιδική ζωγραφιά, γι’ αυτό ακόμα και οι λιγότερο φιλότεχνοι είναι απίθανο να μείνουν ασυγκίνητοι μπροστά σ’ ένα «έργο τέχνης» φτιαγμένο από ένα αθώο παιδικό χέρι. Ευτυχώς, τα παιδιά –κυρίως στην προσχολική ηλικία και στις πρώτες τάξεις του δημοτικού– ζωγραφίζουν πολύ, κι αυτό επειδή οι ζωγραφιές τους είναι ένας από τους κύριους τρόπους έκφρασης από τη στιγμή που μπορούν να πιάσουν ένα μολύβι στο χέρι τους και να καταγράψουν ένα ίχνος. Δεν είναι λοιπόν τυχαίο το πόσο μεγάλη σημασία παίζουν οι εικόνες αυτές όταν θέλουμε να εκτιμήσουμε τη νοητική και τη συναισθηματική ανάπτυξη ενός παιδιού, αλλά και να καταλάβουμε τα στοιχεία της προσωπικότητάς του και όλα όσα το προβληματίζουν, το απασχολούν ή απλώς βλέπει και παρατηρεί γύρω του.
Ζωγράφοι ετών 1,5
Για τα πολύ μικρά παιδιά το μολύβι δεν είναι τίποτα παραπάνω από ένα οποιοδήποτε άλλο αντικείμενο. Όταν τους δείξουμε και καταλάβουν ότι μπορεί να κάνει σημάδια, αρχίζουν να το χρησιμοποιούν μουντζουρώνοντας και χαράζοντας (συχνά το πιέζουν πάρα πολύ, με αποτέλεσμα να φτιάχνουν ακόμα και «ανάγλυφα» σχέδια) οποιαδήποτε επιφάνεια, ακόμα και το ίδιο τους το σώμα. Ο στόχος τους φυσικά δεν είναι να ζωγραφίσουν κάτι συγκεκριμένο. Οι πρώτες αυτές «ζωγραφιές» μοιάζουν με μπερδεμένα κουβάρια, είναι μουτζούρες που ουσιαστικά θυμίζουν τις κινήσεις τους όταν, σε αυτή την ηλικία, πηδάνε πάνω κάτω ή στροβιλίζονται γύρω από τον εαυτό τους. Σταδιακά βάζουν τις μουτζούρες τους σε έλεγχο, οι οποίες και διαφοροποιούνται σε πολλές μορφές: ευθείες, ελικοειδείς, ζιγκ ζαγκ γραμμές. Στη συνέχεια –από τα 3 τους χρόνια και μετά– σχεδιάζουν μεμονωμένες «φιγούρες» –γραμμές, σπείρες, κύκλους– στις οποίες και δίνουν ονόματα. Τα παιδιά σε αυτή την ηλικία έχουν την τάση να ονομάζουν τις ζωγραφιές τους, λένε δηλαδή πως έχουν ζωγραφίσει τη μαμά ή τον μπαμπά, αλλά μετά το ξεχνάνε κι αν τα ξαναρωτήσουμε μετά από λίγες μέρες για τις ίδιες εικόνες μπορεί να μας πουν πως οι ζωγραφιές τους αναπαριστούν κάτι άλλο.
Η χρυσή εποχή για την παιδική ζωγραφική
Ξεκινά περίπου στην ηλικία των 4,5 με 5 ετών, όταν τα παιδιά περνάνε από τις γραμμές και τις μουτζούρες στα σχήματα που θυμίζουν κηλίδες και που αναπαριστούν αντικείμενα ή ανθρώπους που βλέπουν γύρω τους (π.χ. ο ουρανός, η θάλασσα, ένας άνθρωπος, ένα σπίτι, ένα δέντρο, λουλούδια κ.ά.). Σε αυτές τις ζωγραφιές δεν υπάρχει η έννοια της προοπτικής (όλα όσα θέλουν να αναπαραστήσουν τοποθετούνται το ένα δίπλα στο άλλο χωρίς να αλληλοκαλύπτονται) ούτε οι κανόνες της βαρύτητας (π.χ. τα σπίτια πάνω στο βουνό ζωγραφίζονται πλαγιαστά ακολουθώντας τη γραμμή του βουνού). Από την άλλη πλευρά, ο ουρανός, όπως και η θάλασσα, είναι μια μπλε γραμμή, η γη μια καφέ λωρίδα, το χορτάρι, μια πράσινη, ο αέρας είναι απλώς το υπόλοιπο χαρτί που παραμένει λευκό, τα σπίτια και τα αυτοκίνητα είναι διαφανή (π.χ. βλέπουμε μέσα τις καρέκλες και τα κρεβάτια) κι ό,τι αγαπάνε, προτιμούν, είναι σημαντικό ή μεγάλο το αναπαριστούν χωρίς να σέβονται τις αναλογίες ή τα πραγματικά μεγέθη. Στο δημοτικό πια μπαίνει σαφώς η έννοια των δεξιοτήτων στις παιδικές ζωγραφιές και τα παιδιά σιγά σιγά καταλαβαίνουν την προοπτική (αντιλαμβάνονται το χώρο περίπου στα 11) και χρησιμοποιούν τα χρώματα νατουραλιστικά.
Όταν η δημιουργικότητα και η φαντασία μπαίνουν σε καλούπια
Η δημιουργικότητα των παιδιών μειώνεται καθώς μεγαλώνουν, ιδίως από τη στιγμή που ξεκινάνε το σχολείο και μετά (στην εφηβεία μάλιστα τα παιδιά έχουν την τάση να σταματάνε τελείως να ζωγραφίζουν). Αυτό δεν συμβαίνει επειδή ξαφνικά παύουν να έχουν φαντασία, αλλά επειδή όταν τα παιδιά ξεκινούν το δημοτικό αρχίζουν να επηρεάζονται από τα στερεότυπα που υπάρχουν στην κοινωνία κι έτσι οι ζωγραφιές τους κινούνται σε συγκεκριμένα πλαίσια. Αυτό που είναι αναγκαίο για να μπορέσουν να απελευθερωθούν και να απεγκλωβιστούν –καθώς η φαντασία των παιδιών είναι ικανότητα συνεχώς αναπτυσσόμενη και εκπαιδεύσιμη (όπως η νοημοσύνη)– είναι το να έχουν «παραστάσεις» από το σχολείο, τις εξωσχολικές δραστηριότητες, την οικογένεια κ.λ.π.
Τα υλικά
Όπως αναφέραμε και παραπάνω, η έκφραση μέσω της ζωγραφικής είναι πολύ σημαντική για τα παιδιά και γι’ αυτό έχουν την τάση να ζωγραφίζουν και να χρωματίζουν με οτιδήποτε βρουν σε κάθε πιθανό σημείο. Οι μεγάλοι όμως, επειδή φοβόμαστε ότι τα παιδιά θα λερώσουν και θα λερωθούν, αποφεύγουμε να τους δώσουμε υλικά ζωγραφικής ή και τα αποτρέπουμε από το να εκφραστούν ζωγραφίζοντας. Αυτό όμως, εκτός από λανθασμένο, μπορεί να αποβεί ακόμα και επικίνδυνο για την ανάπτυξη των παιδιών. Χρειάζεται λοιπόν να ξεπεράσουμε τους φόβους και τις αναστολές μας και να δώσουμε στα παιδιά όσα πιο πολλά υλικά και χρώματα (που εξ ορισμού τους αρέσουν πολύ) μπορούμε ώστε να επιλέξουν. Ο μόνος περιορισμός είναι να επιλέγουμε χρώματα μη τοξικά, κυρίως για τα μικρά παιδιά.
Άραγε έχει ταλέντο;
Σύμφωνα με τους ειδικούς, δεν υπάρχει κανένα παιδί που να μην έχει έστω και μικρή έφεση στη ζωγραφική. Όλα τα παιδιά γεννιούνται με κάποιες ζωγραφικές ικανότητες. Κάποια βέβαια έχουν περισσότερο ταλέντο από άλλα και αυτή η διαφορά γίνεται συχνά αντιληπτή από την ηλικία των 4 ή των 5 χρόνων ακόμα. Το ταλέντο όμως –θα πρέπει να γνωρίζουμε– δεν έχει να κάνει με τη νοητική ανάπτυξη, αλλά με τη δεξιότητα των χεριών τους, και γι’ αυτό δεν είναι σπάνιο να συναντάμε παιδιά που υστερούν νοητικά να αναπαριστούν τις εικόνες που βλέπουν πιο επιδέξια από άλλα «φυσιολογικά» παιδιά της ηλικίας τους. Έτσι, το ταλέντο από μόνο του δεν είναι αρκετό για να πούμε ότι όσοι το διαθέτουν θα γίνουν και καλλιτέχνες. Οι ικανότητες αυτές χρειάζεται να αναπτυχθούν, πράγμα που δεν συμβαίνει αυτόματα καθώς τα παιδιά μεγαλώνουν. Οι δεξιότητες επηρεάζονται και καλλιεργούνται σε σημαντικό βαθμό από τις ευκαιρίες, τις εικόνες και τα ερεθίσματα που έχουν τα παιδιά στο περιβάλλον τους. Μεγάλη σημασία για να αναπτυχθούν αυτές οι ικανότητες έχει το σχολείο όπου χρειάζεται να διδάσκεται σωστά και ολοκληρωμένα η τέχνη. Ο στόχος αυτής της διδασκαλίας θα πρέπει να είναι –εκτός από τη βελτίωση των ζωγραφικών δεξιοτήτων των παιδιών– η ανάπτυξη της φαντασίας και της κρίσης τους. Άλλωστε, είναι σημαντικό τα παιδιά να μπορούν όχι μόνο να δημιουργούν, αλλά επίσης να αναγνωρίζουν και να εκτιμούν τα έργα τέχνης, να γνωρίζουν την ιστορία της τέχνης και να κατανοούν το ρόλο, τη σημασία και την αξία της.
Γιατί δεν ζωγραφίζει;
Ένα παιδί που έχει περάσει την ηλικία των 3–4 ετών και έχει τα ερεθίσματα για να ζωγραφίσει, του έχουμε δηλαδή δώσει χαρτιά, μολύβια, χρώματα και του έχουμε δείξει πώς μπορεί να τα χρησιμοποιήσει αλλά παρ’ όλα αυτά δεν ζωγραφίζει, θα μπορούσε να έχει κάποια δυσκολία που σχετίζεται με τις νοητικές του ικανότητες ή το επίπεδο ωρίμανσις του, οπότε, αν έχουμε και άλλες σχετικές ενδείξεις ώστε να υποψιαζόμαστε κάτι τέτοιο, θα πρέπει να συμβουλευτούμε έναν ειδικό. Το πιθανότερο όμως είναι άλλο. Είναι πολύ πιο συχνό το παιδί που αποφεύγει να σχεδιάσει να έχει έλλειψη δεξιότητας κι έτσι να «μπλοκάρει» και να αρνείται να ζωγραφίσει επειδή ντρέπεται, νιώθει ότι υστερεί, δεν μπορεί να φτιάξει κάτι ικανοποιητικό. Αυτό το παιδί χρειάζεται ενθάρρυνση και πιθανώς να του δείξουμε ότι εκτός από τη σχεδιαστική ικανότητα στη ζωγραφική μεγάλο ρόλο παίζει η χρήση των χρωμάτων, η φαντασία, η έμπνευση.
Το «ψυχογράφημα» μιας ζωγραφιάς
Τις πρώτες δεκαετίες του 20ού αιώνα και κυρίως τη δεκαετία του ’50 υπήρξε έντονο ενδιαφέρον από την πλευρά των ειδικών επιστημόνων σε σχέση με την ανάπτυξη μετρήσεων και τεστ γύρω από τη διερεύνηση αλλά και τη βελτίωση των δημιουργικών ικανοτήτων και ταλέντων. Οι μετρήσεις αυτές λειτούργησαν κυρίως ως τεστ ευφυΐας και λιγότερο ως τεστ δημιουργικότητας. Στις μέρες μας οι ειδικοί συνεχίζουν να χρησιμοποιούν το παιδικό σχέδιο ως συμπληρωματικό εργαλείο στην αξιολόγηση όχι μόνο των δεξιοτήτων αλλά και της νοημοσύνης, της ωριμότητας και της προσωπικότητας των παιδιών (4 ετών και πάνω).
Έτσι, το σχέδιο είναι κάτι που συχνά ζητούν –ώστε να το εκτιμήσουν– οι ειδικοί από τα παιδιά των οποίων την ψυχολογική κατάσταση θέλουν να διερευνήσουν. Συνήθως τους ζητάνε να σχεδιάσουν:
- Έναν άνθρωπο, σχέδιο στο οποίο συνήθως το παιδί προβάλλει τον εαυτό του. Έτσι, το ρωτάνε σε σχέση με το ανθρωπάκι της ζωγραφιάς θέλοντας να μάθουν για τα δικά του συναισθήματα, προβλήματα, σκέψεις κ.λ.π.
- Ένα σπίτι, ένα δέντρο.
- Την οικογένειά τους.
Σε όλα αυτά τα σχέδια οι ειδικοί ενδιαφέρονται για το πόσο ολοκληρωμένα είναι αλλά και κατά πόσο είναι μικρά, μεγάλα, πλούσια ή φτωχά, μόνα τους ή με άλλα σχέδια κ.λ.π. ώστε να αντλήσουν στοιχεία σχετικά με την ωριμότητα και τη νοημοσύνη του παιδιού καθώς επίσης και την προσωπικότητα και τη συναισθηματική του κατάσταση. Θα πρέπει να τονίσουμε βέβαια ότι ένα σχέδιο αποτελεί απλώς ένδειξη κάποιων χαρακτηριστικών και καταστάσεων και θα πρέπει οπωσδήποτε να συνοδεύεται από άλλα στοιχεία (πληροφορίες από τους γονείς και το παιδί, παρατήρηση του παιδιού, άλλα εργαλεία αξιολόγησης), προκειμένου να καταλήξουν οι ειδικοί σε κάποιο πόρισμα σχετικά με τις ικανότητες, τα χαρακτηριστικά και τα συναισθήματα του παιδιού.
Τι μπορούμε να καταλάβουμε από τα σχέδια των παιδιών
Ένα παιδικό σχέδιο δεν μπορεί να αποτελεί από μόνο του έναν σίγουρο δείκτη ούτε για τη νοημοσύνη ούτε για την προσωπικότητα ούτε για τη συναισθηματική κατάσταση του παιδιού. Υπάρχουν όμως στοιχεία που θα μπορούσαν να μας θορυβήσουν και να μας ωθήσουν στο να ζητήσουμε τη γνώμη ενός ειδικού όταν βλέπουμε το παιδί μας να:
- Ζωγραφίζει συνέχεια τα ίδια ακριβώς σχέδια. Δεν χρειάζεται να ανησυχήσουμε αν το παιδί μας περνάει μια περίοδο κατά την οποία κάνει σχέδια με το ίδιο θέμα, π.χ. τρένα, αλλά όταν για ένα πάρα πολύ μεγάλο διάστημα επιμένει να ζωγραφίζει ένα συγκεκριμένο τρένο.
- Επιλέγει συνέχεια τα ίδια χρώματα, ειδικά αν προτιμά τις πολύ σκούρες, μουντές και μαύρες αποχρώσεις.
- Μουτζουρώνει αμέσως μετά το σχέδιό του (κάτι τέτοιο θα μπορούσε να είναι στοιχείο έντονης παρορμητικότητας ή επιθετικότητας).
- Σβήνει πάρα πολύ στο σχέδιό του, επιμένοντας στις λεπτομέρειες και αναζητώντας την τελειότητα (κάτι τέτοιο θα μπορούσε να είναι στοιχείο ψυχαναγκαστικής προσωπικότητας).
- Φτιάχνει ζωγραφιές με περίεργο θέμα (π.χ. αρρώστους σε νοσοκομεία).
- Κάνει μικρά και περιορισμένα σχέδια, γιατί κάτι τέτοιο θα μπορούσε να δείχνει ανασφάλεια, όπως αντίθετα ένα πολύ μεγάλο σχέδιο θα μπορούσε να μας παραπέμπει σ’ ένα παιδί με υπερτονισμένη αυτοπεποίθηση.
- Φτωχά σχέδια (αντίστοιχα της ηλικίας του), γιατί μπορεί αυτό να μας βάλει υποψίες για προβλήματα νοημοσύνης και ωριμότητας.
Πηγή: kids.in.gr