Της Βάσιας Παπαγεωργίου
Τελειόφοιτη του μεταπτυχιακού τμήματος Εφαρμοσμένης Εξελικτικής Ψυχολογίας του Αμερικανικού Κολλεγίου Ελλάδος
Αν σας αγχώνει το πώς θα μιλήσετε στα παιδιά σας για το θάνατο, τότε δεν είστε οι μόνοι. Οι περισσότεροι από εμάς δυσκολεύονται και διστάζουν να μιλήσουν για το θάνατο. Όμως ο θάνατος είναι αναπόσπαστο μέρος της ζωής. Χρειάζεται να τον αντιμετωπίσουμε όλοι. Το ίδιο και τα παιδιά μας. Για να τα βοηθήσουμε χρειάζεται να τους πούμε ότι είναι εντάξει να μιλήσουν γι” αυτό. Συχνά τα παιδιά ρωτούν για το θάνατο από μόνα τους ξαφνικά ή ενώ παίζουν. Όταν έρθει αυτή η στιγμή ας συζητήσουμε με τα παιδιά μας.
Έτσι θα καταλάβουμε τι έχουν κατανοήσει, τι όχι, τους φόβους και τις ανησυχίες τους άλλωστε τα παιδιά έρχονται από νωρίς αντιμέτωπα με το θάνατο είτε γιατί είδαν ένα νεκρό πουλάκι ή γιατί παρακολούθησαν κάτι στην τηλεόραση, είτε γιατί πέθανε κάποιο κοντινό τους πρόσωπο.
Σε κάθε περίπτωση όμως θα πρέπει να έχουμε υπόψη μας κάποιες βασικές αρχές, ιδιαίτερα όταν η συζήτησή μας ακολουθεί μιας απώλειας στο οικογενειακό μας περιβάλλον. Ο τρόπος που αντιμετωπίζουν τα παιδιά το θάνατο ενός αγαπημένου προσώπου μοιάζει με αυτόν των ενηλίκων. Νιώθουν σοκ, άρνηση, θυμό, ενοχές, λύπη και φόβο. Όμως, συχνά εκφράζουν τα συναισθήματά τους με διαφορετικό τρόπο. Μπαινοβγαίνουν στην κατάσταση της θλίψης και επιδεικνύουν μια σειρά συναισθημάτων μεταξύ των οποίων υπερδιέγερση, θυμό και λύπη. Τη μια στιγμή μπορεί να φαίνονται χαρούμενα και να γελούν και την άλλη να φαίνονται λυπημένα. Αυτό δε σημαίνει ότι διαχειρίζονται το θάνατο καλύτερα από τους μεγάλους αλλά ότι είναι απλώς παιδιά. Μια τέτοια συμπεριφορά μπορεί να μπερδέψει τους ενήλικες ωστόσο είναι πολύ σημαντικό για τα παιδιά να εκφράσουν τη θλίψη τους στο δικό τους χρόνο και με το δικό τους τρόπο.
Τα παιδιά δε γεννιούνται γνωρίζοντας τι σημαίνει θάνατος. Δε ξέρουν ότι συμβαίνει σε όλους, ότι είναι αμετάκλητος και έχει αιτία. Οι ενήλικες χρειάζεται να τα βοηθήσουν σ” αυτό. Το να εξηγήσουμε το θάνατο σ” ένα παιδί μπορεί να είναι δύσκολο και επώδυνο όμως είναι απαραίτητο ώστε να μπορέσουν τα παιδιά να διαχειριστούν την απώλεια.
Ο καλύτερος τρόπος είναι δίνοντάς τους ξεκάθαρες, σαφείς και ειλικρινείς απαντήσεις. Γι΄ αυτό είναι καλύτερο να χρησιμοποιούμε απλά τις λέξεις, “πέθανε”, “θάνατος” και “νεκρός”, κατά το δυνατόν χωρίς συναισθηματική φόρτιση. Λέξεις όπως “έφυγε”, “κοιμήθηκε”, “χάθηκε”, πήγε σ” ένα καλύτερο μέρος” μπορεί να μπερδέψουν τα παιδιά και να τους προκαλέσουν άγχος. Έχει συμβεί σε κάποια παιδιά να αρχίσουν να ψάχνουν τον θανόντα ή να φοβούνται να κοιμηθούν μη πεθάνουν κι αυτά. Στα μικρότερα παιδιά θα πρέπει να τους εξηγήσουμε ότι όταν κάποιος πεθαίνει δεν μπορεί να επιστρέψει, δε τρώει, δε κοιμάται και δεν νιώθει καθόλου πόνο. Να τους ξεκαθαρίσουμε ότι αυτά που βλέπουν στις ταινίες ή τα παιχνίδια στο υπολογιστή δεν συμβαίνουν στην πραγματικότητα. Είναι καλό να χρησιμοποιήσουμε παραδείγματα από προηγούμενες εμπειρίες τους όπως ο θάνατος ενός κατοικίδιου ή ενός φυτού. Επίσης, είναι χρήσιμο να τους εξηγήσουμε την αιτία του θανάτου με γλώσσα απλή και κατανοητή για εκείνα ώστε ν” αποφύγουμε την πιθανότητα να κατηγορήσουν τον εαυτό τους για το θάνατο. Θα πρέπει να τους εξηγήσουμε ότι τίποτα από αυτά που μπορεί να πούμε ή να σκεφτούμε δεν προκαλεί το θάνατο. Οι άνθρωποι πεθαίνουν απλά γιατί γερνούν, παθαίνουν μια πολύ σοβαρή αρρώστια ή κάποιο ατύχημα. Να τους εξηγήσουμε ότι όλοι οι άνθρωποι πεθαίνουν και οι περισσότεροι πολύ αργότερα. Χρειάζεται ωστόσο να έχουμε υπόψη μας ότι τα παιδιά μπορεί να παρουσιάσουν άγχος και δυσκολία αποχωρισμού από άλλα αγαπημένα πρόσωπα. Αυτό είναι φυσιολογικό και υποχωρεί με την υποστήριξή των μεγάλων, τις κατάλληλες εξηγήσεις και την πάροδο του χρόνου.
Η δυνατότητα των παιδιών να κατανοήσουν το θάνατο εξαρτάται από την ηλικία και το στάδιο ανάπτυξής τους. Έτσι, στην ηλικία μέχρι 2 ετών νιώθουν την απώλεια και τον πόνο όμως αδυνατούν να καταλάβουν τι σημαίνει. Όσο μεγαλώνουν τα παιδιά κατανοούν περισσότερο το θάνατο, γι” αυτό και τα συναισθήματά τους εκφράζονται πιο έντονα. Θα πρέπει να έχουμε υπόψη μας ότι από την ηλικία των 8 ετών και μετά τα παιδιά έχουν μια καλύτερη αίσθηση της πραγματικότητας. Στην εφηβεία πάλι δυσκολεύονται να εκφραστούν και να ζητήσουν βοήθεια.
Όπως και να διαχειριστούν πάντως τα παιδιά το θάνατο αυτό που είναι απαραίτητο να κάνουν οι ενήλικες είναι ν” ακούσουν προσεκτικά, και να παρακολουθήσουν τις αντιδράσεις τους ώστε ν” απαντήσουν στις ανάγκες τους. Δε θα πρέπει ωστόσο να ξεχνάμε ότι τα δικά μας συναισθήματα και οι πεποιθήσεις σχετικά με το θάνατο, ακόμα και αν προσπαθήσουμε να τις κρύψουμε είναι εκείνες που με κάποιο τρόπο μεταφέρονται στα παιδιά μας. Ο τρόπος που μιλάμε και μοιραζόμαστε τις εμπειρίες μας είναι εκείνος που θυμούνται περισσότερο.
Πηγή: diatrofi.gr