Ιστορίες του τυπάκου | καληνύχτα σεζάλ

Του Θανάση Τσολάκη
Γεια σου πολεμόχαρη φίλη μου,
και μη περιμένεις καλιαρντά σε τούτη δω την ιστορία καθόσον γράφεται στη σκιά του θανάτου ενός 6χρονου παιδιού που όχι μόνο δολοφονήθηκε διά στραγγαλισμού, αλλά προηγουμένως βιάστηκε κιόλας. Όμως, ξέρω… εσύ ψιλοχέστηκες γιατί ο μικρός ήταν γύφτος και εντάξει τι να μας λέει μωρέ; Άλλωστε οι κατσιβέλες το ‘χουν το μουνί στο γόνατο και αραδιάζουν παιδιά για να παίρνουν τα ‘πιδόματα και ένα πάνω ένα κάτω δεν έχει να μας πει και τίποτα..
Έτσι κι αλλιώς, 29 χρονών είναι η Καδριέ, θα κάνει άλλο. Άσε που μπορεί να σπέρνει και παιδιά και να τα πουλάει και να κάνει ντήλια με φραγκάτες στέρφες που καβατζώνουν τα βρέφη μόλις σκάσουν μύτη όξω απ’ τη μήτρα της κατσιβέλας και τα μεγαλώνουν με τα χριστιανικά ιδεώδη και τα κάνουν χρήσιμα μέλη σε τούτη την κοινωνία και έτσι κάπως παρηγοριούνται οι γελοίες για το έγκλημα που διαπράττουν χωρίζοντας το παιδί απ’ τη μάνα, αλλά αυτό είναι θέμα άλλης ανάρτησης.
Σε τούτη δω την ιστορία θέλω να σε φτύσω γιατί η ευαισθησία σου για το θέμα του Σεζάλ πήρε μπρος όταν έβγαλε το θέμα η Τατιάνα με live σύνδεση με Κομοτηνή όπου μια τσαούσα τζίπσι με παζαρίσιο παρκά έκρωζε -και δικαίως- για τη δολοφονία και ζητούσε την παραδειγματική τιμωρία του δολοφόνου. Την τσαούσα τζίπσι με το παζαρίσιο παρκά την είδες εσύ. Εγώ είδα μια μάνα που ανησυχεί για τα δικά της παιδιά, άσχετα αν μένει σε ένα καταυλισμό μουσουλμάνων. Είδα και την Καδριέ, τη μάνα του Σεζάλ που νόμισε ότι το παιδί της στην κάσα κοιμόταν και που της κάηκε η ψυχή από τη δολοφονία του γιου της.
Και δε με νοιάζει σε ποιο θεό πιστεύει. Τ’ ακούς; ΔΕΝ ΜΕ ΝΟΙΑΖΕΙ. Δε χωρίζω εγώ τους ανθρώπους αναλόγως τη θρησκεία και ειδικά μπροστά στο θάνατο τους έχω όλους ίσους. Γράφω όμως για να σου πω -και για να ακούσω κι εγώ- ότι αυτές οι παπαριές είναι που μας έφαγαν.
Αυτά τα “Αλάν Κουγιού” με τους γύφτους που υπάρχουν σε κάθε πόλη της Ελλάδας για να θυμίζουν σε μας τους χριστιανούς ότι είμαστε κάτι του πολύ ανωτέρου κι αντίς να σκύψουμε και να βοηθήσουμε αυτούς τους ανθρώπους που ψάχνουν με αγωνία τη θέση του στον ήλιο, στεκόμαστε από πάνω τους και τους κρύβουμε τη θέα για να νιώθουμε εμείς σημαντικοί.
Γιατί, έτσι πάει πολεμόχαρη φίλη μου: Σημαντικοί νιώθουμε μόνο σε σύγκριση με άλλους που τους θεωρούμε ασήμαντους. Και ποτέ δεν πρόκειται να δουν αυτοί οι ανθρώποι θεού πρόσωπο – τουλάχιστον όχι όσο εμείς επιμένουμε να τους έχουμε σε ένα περιθώριο για να ορίζει το όριο της δικής μας σημαντικότητας.
Και πάντα θα εφευρίσκουμε δικαιολογίες, που όμως είναι τρολ, για να ομορφαίνουμε το χάλι μας. Και πάντα οι μούσλιμ θα είναι πιο κάτω από μας που έχουμε κονέ με τον Τζιζους και επειδή μιλάνε σπαστά ελληνικά πάντα θα τους κοροϊδεύουμε και θα τους αφήνουμε να πεθαίνουμε αλληλογαμημένοι σε χαμόσπιτα χωρίς να κάνουμε τον παραμικρό κόπο να τους εξηγήσουμε ότι η κώφωση είναι αναπηρία η οποία είναι διαχειρίσιμη και ότι η σωστή διαχείριση της μπορεί να προσφέρει στην κοινωνία έναν χρήσιμο άνθρωπο και όχι ένα ανήλικο σκεύος ηδονής.
Κι όσο αυτοί θα γαμιώνται, θα πνίγονται και θα πεθαίνουν εμείς θα χαμογελάμε σαρδόνια καθότι είμαστε ανώτεροι και τους κοιτάμε αφ υψηλού επειδής έχομε πολιτιζμό κι από κει ψηλά ο Σεζάλ και η παρέα του θα γελούν έχοντας γνωρίσει πια ότι πάντα ματαιότης τα ανθρώπινα.
Εμένα πολεμόχαρη φίλη μου, ο θάνατος δε με σκιάζει. Με σκιάζει η δολοφονία των ψυχών. Και ακόμη χειρότερα με σκιάζει ο τραυματισμός τους. Γιατί άμα θέλουμε να είμαστε δικαιοι πρέπει να παραδεχτούμε ότι κι ο δολοφόνος του Σεζάλ είναι μια τραυματισμένη ψυχή. Που ο πόνος την οδήγησε σε μια σπασμωδική κίνηση πλην όμως μοιραία.
Και όλα αυτά μαζί συνθέτουν ένα κουλουβάχατο που εσύ κι εγώ έχουμε χρέος να ξεδιαλύνουμε. Ει δε μη αδίκως περπατήσαμε σε τούτη γης που όλοι μέσα της θε να μπούμε. Και, ξέρω καλά ότι εγώ κι εσύ δεν μπορούμε να κάνουμε τη γη να σταματήσει να γυρίζει, αλλά σίγουρα μπορούμε να κάνουμε την επίγεια παρουσία μας λίγο πιο χρήσιμη. Χαμογελώντας σε έναν γύφτο, για παράδειγμα. Ενημερωνοντας εναν άνθρωπο. Σφίγγοντας το χέρι μιας μάνας που κλαίει. Σώζοντας ένα παιδί από την αναπηρία ή τις ορέξεις ενός βιαστή.
Ει δε μη, κρίμα οι καύλες των πατεράδων μας που μας έδωσαν ζωή. Χιλιές φορές να τον επαίζανε.
   

Άφησε ένα σχόλιο

*