Της Ρομίνας Ξύδα
Συνοικισμός Αλάν Κογιού. Μια μουσουλμανική κοινότητα Ρομά στο κέντρο της Κομοτηνής. Μια παραγκούπολη, από καταβολής της πόλης, που θα μπορούσε κάλλιστα να είχε εμπνεύσει τον Τζον Στάινμπεκ για τον τίτλο του βιβλίου του “Άνθρωποι και ποντίκια”. Ένας μαχαλάς όπου τα παιδιά βιώνουν τα πάντα εκτός από μία παιδική ζωή. Ένα χαμόσπιτο ανάμεσα σε τόσα όλα, ένα τσιγάρο δρόμος από το επιβλητικό διοικητήριο της Κομοτηνής. Στην αυλή του τριγυρίζει ανήσυχα ένας άνδρας. Κοιτάζει το ρολόι του ξανά και ξανά. Ο μικρός δείκτης δείχνει δέκα το βράδυ, ο μεγάλος μετράει την αγωνία του. Μια αγωνία που εντείνεται από το επαναλαμβανόμενο ερώτημα της γυναίκας του, της Καδριέ: “Το παιδί; Που είναι το παιδί; Πριν από λίγο το είδα να παίζει εδώ στην αυλή. Που εξαφανίστηκε; Που πήγε; Πρέπει να βρούμε τον Σεζάλ…” Ο άνδρας της λέει να περιμένουν λίγο ακόμη. Να μην ανησυχεί. Ότι ο μικρός μπορεί να πετάχτηκε στην πλατεία με κάποιο παιδί ή να παίζει στο σπίτι κάποιας γειτόνισσας. Έτσι είναι τα παιδιά…
Έτσι είναι τα παιδιά στο Αλάν Κογιού. Σκιές μέσα στην πόλη, αόρατες φιγούρες, μικροσκοπικοί άνθρωποι με γερασμένες ζωές, λεύτερα μέσα στη σκλαβιά τους. Δεν φοβούνται το σκοτάδι, ούτε τ” αυτοκίνητα, ούτε την πείνα, ούτε τις αρρώστιες, ούτε τους κακούς. Ούτε οι γονείς τους φοβούνται, τέτοια παιδιά υπήρξαν άλλωστε κι εκείνοι. Έτσι έμαθαν να ζουν, έτσι “διδάσκουν” τη ζωή…
Από την δήλωση εξαφάνισης στη μακάβρια αποκάλυψη
Τώρα η ώρα πλησιάζει έντεκα και τα βήματα του πατέρα στο Αστυνομικό Τμήμα Κομοτηνής. Δηλώνει την εξαφάνιση του μικρού Σεζάλ, ρωτά δυο τρεις περαστικούς αν το είδαν, ρίχνει μια ματιά στη μεγάλη πλατεία της πόλης κι ύστερα επιστρέφει στο μαχαλά του, εκεί όπου τον περιμένει η γυναίκα του και τα δύο τους μικρά παιδιά. Η αστυνομία αναζητά από την πρώτη στιγμή το παιδί, το ίδιο και οι φίλοι και οι συγγενείς της οικογένειας. Μάταια.
Το πρωινό της Δευτέρας, 23 Ιανουαρίου, η εικόνα του εξάχρονου Σεζάλ με το πλατύ χαμόγελο κάνει το γύρο της Ελλάδας μέσα από το amber alert. Η αποκάλυψη ότι το αδύνατο αγοράκι είναι κωφό κάνει πολλούς να πιστέψουν ότι ίσως να έχει κάπου χαθεί, ανίκανο να επικοινωνήσει με το περιβάλλον του. Πως ο Σεζάλ θα βρει τον προσανατολισμό του και θα επιστρέψει. Την ίδια ώρα, άνδρες της ελληνικής αστυνομίας οδηγούνται σ” ένα παράπηγμα του συνοικισμού Αλάν Κογιού όπου ζει με την αδελφή και τον γαμπρό του ένα δεκατετράχρονο παιδί, επίσης κωφό.
Οι ψίθυροι της γειτονιάς ότι ο δεκατετράχρονος έχει κατηγορηθεί κατά το παρελθόν για απόπειρα βιασμού “μιας ανήλικης τουρκάλας” και πως ενοχλεί τα παιδιά του μαχαλά, τον οδηγούν στο αστυνομικό τμήμα της περιοχής κι από εκεί στη μακάβρια αποκάλυψη που σοκάρει το Πανελλήνιο. Ο δεκατετράχρονος έχει δολοφονήσει το εξάχρονο παιδί μόλις λίγα μέτρα μακριά από το σπίτι του. Λίγο αργότερα, οι αστυνομικοί βρίσκονται αντιμέτωποι με ένα φρικιαστικό θέαμα: το άψυχο κορμάκι του αγοριού, δεμένο χειροπόδαρα, σκεπασμένο με ένα μπουφάν και πεταμένο πίσω από ένα θάμνο στην αυλή ενός εγκαταλειμμένου σπιτιού. Το νέο ταξιδεύει στη γειτονιά του Αλάν Κογιού με ταχύτητα φωτός σοκάροντας τους πάντες. Το μεγαλύτερο σοκ έρχεται ωστόσο λίγο αργότερα από τα χείλη του ιατροδικαστή που διενήργησε την νεκροψία στο άψυχο κορμάκι του Σεζάλ, κ. Νίκου Κιφνίδη: ο 14χρονος είχε βιάσει παρά φύσιν το παιδί και κατόπιν το στραγγάλισε κρατώντας με το ένα χέρι κλειστό το στόμα του και πιέζοντας με το άλλο την καρωτίδα του. Η οικογένεια του Σεζάλ ορκίζεται εκδίκηση, η Ελλάδα παγώνει. Πως μπορεί ένα παιδί να κάνει ένα τόσο βάναυσο, τόσο αποτρόπαιο έγκλημα; Που ήταν οι δικοί του; Οι Αρχές; Η Πρόνοια; Το Κράτος; Πουθενά…
Δράστης και θύμα, παιδιά ενός κατώτερου Θεού
Ο άτυχος Σεζάλ, το εξάχρονο αγόρι που βρήκε τραγικό θάνατο από τα χέρια και τις αρρωστημένες ορέξεις του 14χρονου Ισμαήλ, δεν ήταν ένα παιδί σαν όλα τ” άλλα. Το γεγονός ότι γεννήθηκε κωφό του στέρησε πολλά απ” όσα χαίρονται οι συνομήλικοί του, ακόμη κι εκείνοι που ζουν κάτω από άθλιες συνθήκες στη γειτονιά του Αλάν Καγιού. Δεν είχε φίλους, δεν πήγαινε σχολείο, ήταν απομονωμένο και αποκομμένο από κάθε μορφή επικοινωνίας και κοινωνικής Μέριμνας. Ένα παιδί καταδικασμένο σε μια ζωή χωρίς ελπιδοφόρα μηνύματα.
Πολύ σκληρή ήταν και η ζωή του 14χρονου Ισμαήλ. Του “τέρατος” που πλάστηκε από αδιαφορία και έλλειψη αγάπης. Παιδί κωφό, παρατημένο από γονείς, μεγαλωμένο μόνο του στις γειτονιές της Αρίσβης, ένα χωριό λίγα χιλιόμετρα έξω από την Κομοτηνή, χωρίς παιδεία, εικόνες, κίνητρα, επικοινωνία και αγάπη, δεν είχε πολλές πιθανότητες να αδράξει ένα “κανονικό” αύριο. Το τελευταίο διάστημα μετακινείτο σαν δαινονισμένο ανάμεσα στην Αρίσβη και στο σπίτι της αδελφής του στο Αλάν Καγιού, η οποία μετά την αποκάλυψη της δολοφονίας εξαφανίστηκε με την οικογένειά της από προσώπου γης.
Το έγκλημα το οποίο διέπραξε, σύμφωνα με την ομολογία του, ο 14χρονος Ισμαήλ στην Κομοτηνή, και για το οποίο προφυλακίστηκε, είναι διπλά ειδεχθές επειδή ακριβώς ήταν «διπλό». Και βίασε και στραγγάλισε τον κωφό 6χρονο Σεζάλ. Όμως δεν πρέπει να περάσει απαρατήρητο ότι και ο ίδιος ήταν και είναι ένα «θύμα». Μακριά από κολυμβήθρες του Σιλωάμ και με την απαίτηση ο 14χρονος να τιμωρηθεί όσο αυστηρά ορίζει ο νόμος εφόσον αποδειχθεί η ενοχή του, το περιστατικό πρέπει να ανοίξει επιτέλους μία πολύ σοβαρή συζήτηση, πριν μπει στο αρχείο.
Κι αυτή η συζήτηση πρέπει να αφορά σε όλες τις μικρο-κοινωνίες τύπου «Αλάν Κογιού» που αναπτύσσονται στη σκιά των πόλεων ανά την Ελλάδα. Κοινωνίες που αποτελούνται από μειονοτικές ομάδες και ζουν στα περιθώρια για να ορίζουν τα όρια μεταξύ χριστιανών και μουσουλμάνων, πλούσιων και φτωχών, πολιτισμένων και αγράμματων.
Το «Αλάν Κογιού» της Κομοτηνής δεν πρέπει να καταστραφεί. Όπως δεν πρέπει να καταστραφεί κανένα «Αλάν Κογιού» της Θράκης ή της Ελλάδας, γιατί αυτό δεν θα ήταν λύση. Το «Αλάν Κογιού» -και κάθε «Αλάν Κογιού»- πρέπει επιτέλους να ιδωθεί με ένα άλλο μάτι. Με το μάτι της κοινωνικής πρόνοιας, της κοινωνικής ένταξης, της ενημέρωσης, της μόρφωσης.
Διαφορετικά, όσο υπάρχουν «Αλάν Κογιού» οι κάτοικοι των οποίων μιλούν σπαστά ελληνικά και σπαστά τουρκικά, πάντα θα υπάρχουν και φαινόμενα σαν τη δολοφονία του Σεζάλ. Γιατί, ο θύτης της δολοφονίας του Σεζάλ ήταν ταυτόχρονα και θύμα της δικής του αναπηρίας (αφού και ο ίδιος είναι κωφός) που τον είχε κάνει έρμαιο σε ορέξεις ομογάλακτων του παλιότερα. Το κοινό μυστικό ότι ο 14χρονος είχε πέσει θύμα βιασμού από τρεις άνδρες δεν πρέπει να γίνει αντιληπτό ως ελαφρυντικό αλλά ως επιβαρυντικό στοιχείο ενός κόσμου που αδιαφορεί για τις συνθήκες ζωής των “άλλων”. Και ο Σεζάλ και ο 15χρονος είναι εν τέλει θύματα του «δυτικού» πολιτισμού, που ορίζει τον κόσμο του μέσα από όρια και περιθώρια, και που αντί να παλέψει για να μεγαλώσει τα όρια του, προσπαθεί να μειώσει τα περιθώρια.
Το φρικιαστικό φινάλε του 6χρονου παιδιού δεν αποτελεί τον επίλογο της ιστορίας αλλά ένα κεφάλαιο που ανοίγει μπρος στα μάτια μιας ολόκληρης χώρας το βιβλίο της φρίκης που “αποστηθίζουν” εκατοντάδες παιδιά στους μαχαλάδες της ντροπής…
Οι απάτριδες του “Αλάν Κογιού”
Στο «Αλάν Κογιού» της Κομοτηνής, που αυτές τις ημέρες παίζει στις πρώτες γραμμές της ειδησογραφίας δεν συντελέστηκε μόνο το ειδεχθές έγκλημα του βιασμού και της δολοφονίας ενός 6χρονου αγοριού από έναν 14χρονο. Εκεί, συντελείται καθημερινά ένα διαρκές έγκλημα με ολέθριες συνέπειες.
Είναι το έγκλημα της περιθωριοποίησης, του κοινωνικού αποκλεισμού, της κοινωνικής απομόνωσης. Ο Σεζάλ που δολοφονήθηκε, όπως και ο Ισμαήλ που φέρεται ως ο δολοφόνος-βιαστής του, ανήκουν σε μία κοινωνική ομάδα, η οποία δεν ανήκει πουθενά. Οι κάτοικοι του «Αλάν Κογιου» αυτοπροσδιορίζονται ως Έλληνες, όμως δεν γνωρίζουν ούτε την ελληνική γλώσσα, ούτε την ελληνική ιστορία, ούτε κοινωνούν την ελληνική κουλτούρα.
Είναι μουσουλμάνοι στο θρήσκευμα, όμως δεν θεωρούν εαυτούς μέρος της λεγόμενης μουσουλμανικής μειονότητας της Θράκης. Με λίγα λόγια κινούνται στο περιθώριο που οριζει τα όρια των δύο «κόσμων» που συναποτελούν την κοινωνία της Θράκης. Και, δυστυχώς, αντίστοιχα «Αλάν Κογιού» υπάρχουν και σε άλλες περιοχές του συγκεκριμένου γεωγραφικού διαμερίσματος – στην Αλεξανδρούπολη, το Διδυμότειχο, την Ορεστιάδα, την Ξάνθη. «Γύφτους» τους λένε εκεί πάνω. Χαρακτηρισμό που οι ίδιοι φυσικά αποτάσσονται.
Και όσο βαρύ και αν ακούγεται, η δολοφονία του Σεζάλ είναι τρόπον τινά «η εκδίκηση τη γυφτιάς». Είναι ο τρόπος που έχουν αυτές οι μικροκοινωνίες να μας πουν ότι έχουν την ανάγκη ημών των «πολιτισμένων». Και αν θέλουμε να θεωρούμαστε τέτοιοι, πρέπει επιτέλους να απλώσουμε το χέρι σε αυτούς τους ανθρώπους. Το χέρι της βοήθειας, της μόρφωσης, της ενημέρωσης, της κοινωνικής ένταξης. Όσο τους αφήνουμε στη μοίρα τους, τόσο θα παρατηρούμε «σοκαριστικά» περιστατικά σαν το συγκεκριμένο, για τα οποία όμως είμαστε συνυπεύθυνοι. Είμαστε συνυπεύθνοι γιατί η σιωπή είναι συνενοχή. Και οι οργανωμένες κοινωνίες της Θράκης, που μέχρι τώρα σιωπούν μπροστά στα κάθε λογής «Αλάν Κογιού» πρέπει να αλλάξουν στάση, να αρθρώσουν λόγο, να υψώσουν φωνή.
Διαφορετικά, το δικό μας πολιτισμένο αύριο δεν θα έρθει ποτέ γι” αυτά τα παιδιά, γι” αυτό τον κόσμο. Οι διάφοροι κρατούντες θα συνεχίζουν να τον ξεγελούν με υποσχέσεις σε μια αλυσίδα απογοητεύσεων που κατά καιρούς θα γίνεται ελαφρύτερη με ψεύτικες παρηγοριές, αξιολύπητα “δώρα” και μηδαμινά αγαθά για να τους κρατούν ήσυχους. Και κάπως έτσι, γι” αυτούς τους ανθρώπους, ο κόσμος θα αλλάζει και θα μένει όπως πριν…