Έρωτας και θάνατος στην εφηβεία

Της Ρομίνας Ξύδα,

Η θλίψη σπάει από τις φωνές των φίλων του Γιώργου που ζητούν να ακουστεί η δική τους αλήθεια: «Ο φίλος μας δεν αυτοκτόνησε από αγιάτρευτο έρωτα, αισθανόταν πιεσμένος».

Ο συνεσταλμένος έφηβος, οι τραγικοί γονείς και οι εκκλήσεις των ειδικών: «Ποτέ μη λέτε “εφηβεία είναι, θα περάσει”»

Είναι φορές που μια εικόνα πέφτει πάνω σου σαν βράχος και σε ισοπεδώνει ακόμη κι αν δεν υπήρξες ποτέ μέλος της σύνθεσής της. Που την κοιτάς και νιώθεις τα δάκρυά σου να παρασύρονται από τον ορμητικό χείμαρρο που γεννά ο σπαραγμός των άλλων. Που όλα σου φαίνονται τόσο γνώριμα και τόσο μακρινά λες και η δική σου εκρηκτική εφηβεία τρύπωσε ετεροχρονισμένα στο ώριμο σύμπαν σου ανατινάζοντας κάθε σου βεβαιότητα.

Αυτή η εικόνα, αυτή η αίσθηση, αυτή η έκρηξη έντυσαν το πρωινό της περασμένης Τετάρτης όταν στάθηκα έξω από το 2ο Λύκειο Γέρακα σαν παιδί, σαν μεγάλη, σαν δημοσιογράφος, σαν μάνα, σαν άνθρωπος ανάμεσα σε δεκάδες μαυροφορεμένα παιδιά. Στα χέρια τους, λευκά τριαντάφυλλα κομμένα από τον γεμάτο αγκάθια εφηβικό κήπο του φίλου τους που «έφυγε» έτσι ξαφνικά, έτσι απρόσμενα και κυρίως έτσι άδικα. Το βλέμμα τους γερασμένο, οι κινήσεις τους βαριές, τα λόγια τους οργισμένα: «Να φύγετε εσείς οι δημοσιογράφοι γιατί γράφετε ψέματα! Ο φίλος μας δεν αυτοκτόνησε από αγιάτρευτο έρωτα αλλά από αφόρητη πίεση. Εσείς οι μεγάλοι ζείτε στον κόσμο σας και όταν θέλετε να μας βάλετε με το ζόρι μέσα σ’ αυτόν, κάποιοι από εμάς δεν το αντέχουν, δεν το γουστάρουν, δεν το μπορούν. Ετσι δεν το μπόρεσε κι ο Γιώργος…».

Εμείς οι μεγάλοι. Που τα χρόνια έσβησαν μνήμες, αλλοίωσαν συναισθήματα, τρόχισαν επιθυμίες, τσάκισαν όνειρα, κατάργησαν αντιστάσεις, εξανέμισαν υποσχέσεις. Εμείς οι μεγάλοι. Που στα 16 μας ορκιζόμασταν ότι ποτέ δεν θα γίνουμε σαν τους δικούς μας γονείς για να καταλήξουμε δικό τους αποτύπωμα στις ζωές των δικών μας παιδιών. Εμείς οι μεγάλοι. Που όλα τα ξέρουμε, όλα τα μπορούμε, όλα τα ορίζουμε, όλα τα κάνουμε για το καλό των μικρών μας, που λίγα ξέρουν, ελάχιστα μπορούν και τίποτα δεν ορίζουν.
Κάθομαι στον μαντρότοιχο του σχολείου, ανίκανη να ρωτήσω το παραμικρό. Δίπλα μου δυο κορίτσια κλαίνε για ώρα σφιχταγκαλιασμένα και ύστερα θυμούνται.

Οι αναμνήσεις γίνονται σε λίγο εικόνες και οι εικόνες σχηματίζουν αβίαστα το προφίλ του 16χρονου αγοριού που το βράδυ της περασμένης Κυριακής έδωσε τέλος στη ζωή του πηδώντας από γέφυρα της Αττικής οδού: «Δεν το πιστεύω. Δεν μπορώ να το πιστέψω. Ηταν τόσο καλό παιδί. Τόσο συνεσταλμένο. Με λίγους και καλούς φίλους, με πολλούς και καλύτερους στόχους. Θυμάσαι πόσο καλός μαθητής ήταν; Πόσο πολύ του άρεσαν τα Μαθηματικά και η Φυσική; Ηθελε να γίνει ερευνητής. Ελεγε ότι θα φύγει στο εξωτερικό, ότι θα πάει καλά, ότι θα ζήσει μια άλλη ζωή. Εκανε όνειρα για το μέλλον. Πολλά όνειρα. Εμείς τον θαυμάζαμε, οι καθηγητές τον αγαπούσαν, οι πάντες τον παραδέχονταν. Γιατί δεν μπορούσαμε, ρε γαμώτο, να δούμε τι έκρυβε μέσα του; Γιατί δεν το είπε σε κάποιον από εμάς; Γιατί επέλεξε αυτό το τέλος;». Λεπτό με το λεπτό τα «γιατί» πληθαίνουν, το ίδιο και τα δάκρυα, το ίδιο και οι αγκαλιές. Κάνω να φύγω και το ένα από τα δύο κορίτσια γυρνάει προς την πλευρά μου και μου λέει: «Αφού είστε δημοσιογράφος θέλω να γράψετε την αλήθεια. Ο Γιώργος ήταν πράγματι ερωτευμένος με ένα κορίτσι της Α’ Λυκείου, και είχαν σχέση εδώ και κάποιους μήνες. Τσακώνονταν όπως τσακωνόμαστε όλοι μας κι ύστερα τα ξαναβρίσκανε. Το κορίτσι αυτό δεν ήταν ο λόγος για τον οποίο αυτοκτόνησε ο φίλος μας και όλα όσα έχουν γραφτεί είναι ένα μεγάλο ψέμα. Να το διορθώσετε αυτό το ψέμα γιατί σήμερα, με όλα όσα γράφετε, έχετε κάνει ένα κοριτσάκι που δεν φταίει σε τίποτα να υποφέρει βαθιά, να αισθάνεται υπεύθυνη για κάτι στο οποίο δεν έφταιξε. Αν ο Γιώργος, πριν αυτοκτονήσει, έγραψε μέσα σε μια καρδιά το όνομά της, το έκανε γιατί η κοπέλα αυτή ήταν από τα ελάχιστα πρόσωπα που τον καταλάβαιναν και στέκοταν δίπλα του. Ο Γιώργος αισθανόταν πολύ πιεσμένος από τα όνειρα και τα απαγορευτικά των άλλων. Αυτό να γράψετε ότι λένε οι φίλοι του, αν μας υπολογίζετε στο παραμικρό, αν μας πιστεύετε έστω και λίγο».

Οσο η ώρα περνάει τόσο τα στόματα ανοίγουν, με τις πληροφορίες να πληθαίνουν και το δραματικό φινάλε του 16χρονου αγοριού να ανεβαίνει ξανά και ξανά στη μνήμη όλων. Σύμφωνα με τα λεγόμενα των παιδιών, ο Γιώργος την τελευταία εβδομάδα δεν είχε δώσει αρκετά στοιχεία ώστε οι φίλοι του να καταλάβουν το μέγεθος της απόγνωσής του. Κάποιες στιγμές μπορεί να μην είχε κέφι, κάποιες άλλες να έμοιαζε κάπως απόμακρος, αλλά αυτό είναι κάτι που συμβαίνει πολύ συχνά στο σύμπαν των εφήβων: «Οχι. Δεν έμοιαζε να έχει κατάθλιψη ή να είναι στον κόσμο του. Στο σχολείο ήταν μια χαρά, την περασμένη Παρασκευή μάλιστα κανόνιζε το πούλμαν για ένα πάρτυ του σχολείου», λέει μια συμμαθήτριά του και συνεχίζει: «Το βράδυ του Σαββάτου ήταν καλεσμένος σε ένα πάρτυ και κανείς δεν κατάλαβε τίποτα. Υστερα από το κακό μάθαμε ότι φεύγοντας από το πάρτυ χτύπησε στον ώμο τον πατέρα του παιδιού που έκανε το πάρτυ λέγοντάς του: “Μέχρι τα Χριστούγεννα θα τα ξαναπούμε. Κι αν δεν τα πούμε, κάπου θα ξαναβρεθούμε…”».

Ο Γιώργος είχε ήδη πάρει την απόφασή του. Μια απόφαση χωρίς κανένα περιθώριο επιστροφής. Το απόγευμα της περασμένης Κυριακής, γύρω στις 5, φεύγει από το σπίτι του για μια βόλτα. Οι ώρες περνούν χωρίς κανένα μήνυμα από εκείνον. Μετά τις 10 το βράδυ οι γονείς του ανησυχούν. Ο Γιώργος δεν απαντάει στο κινητό του και εκείνοι αποφασίζουν να πάνε στο Αστυνομικό Τμήμα Παλλήνης για να δηλώσουν την εξαφάνισή του. Ο αστυνομικός που στέκει απέναντί τους δεν τολμά να τους αποκαλύψει την αλήθεια. Δεν αντέχει να τους πει ότι ο γιος τους πριν από λίγη ώρα σκαρφάλωσε σε μια συρμάτινη περίφραξη δύο μέτρων, πήδηξε από τη γέφυρα της Αττικής οδού στην περιοχή του Γέρακα και έσκασε στο οδόστρωμα για να παρασυρθεί στη συνέχεια νεκρός από δύο διερχόμενα αυτοκίνητα.
Οι τραγικοί γονείς μαθαίνουν την τύχη του παιδιού τους στο Σισμανόγλειο νοσοκομείο όπου έχει μεταφερθεί η σορός του. Ο Γιώργος «έφυγε» αφήνοντας πίσω του μια καρδιά με το όνομα της αγαπημένης του και ανείπωτο πόνο…

Οι γονείς, η γιαγιά, το κορίτσι…

Οι γονείς του δεν μπορούν αρχικά να συνειδητοποιήσουν το μεγάλο κακό που τόσο απρόσμενα χτύπησε την πόρτα της οικογένειάς τους. Για εκείνους όλο αυτό δεν μπορεί να είναι τίποτε παραπάνω από ένα κακό όνειρο. Οταν γνωρίστηκαν και αγαπήθηκαν ο ερχομός του Γιώργου ήταν ένα αναπάντεχο δώρο ζωής τόσο για τη μητέρα του, η οποία είχε ήδη τρία παιδιά από τον πρώτο της γάμο, όσο και για τον πατέρα του, ο οποίος καλωσόριζε στον κόσμο το πρώτο και μοναδικό του παιδί. Ο πατέρας εργαζόταν ως δημόσιος υπάλληλος, ενώ η μητέρα είχε όλο το ενδιαφέρον της στραμμένο πάνω στο τέταρτο παιδί της, το ίδιο και τα αδέλφια του – δύο κορίτσια και ένα αγόρι. Είχαν ένα υπέροχο σπίτι στην περιοχή του Γέρακα, ένα αντίστοιχο εξοχικό, κανένα ορατό πρόβλημα, καμία σημαντική ανησυχία. Ο μικρός Γιώργος, ένα συνεσταλμένο και πανέξυπνο παιδί, λάτρευε το διάβασμα, τους ελάχιστους κολλητούς του φίλους και τη γιαγιά του από την πλευρά του πατέρα του. Μέχρι που μεγάλωσε και «έγινε ολόκληρος άντρας» όπως συνήθιζε να λέει η γιαγιά του, ήταν το μοναδικό πρόσωπο στο οποίο ο Γιώργος τηλεφωνούσε καθημερινά λέγοντάς της: «Καλημέρα, γιαγιάκα μου! Πήρα να δω πώς είσαι, αν έφαγες, αν πήρες τα φάρμακά σου. Να ξέρεις ότι σε λατρεύω».

Η γυναίκα αυτή σήμερα έχει ξεπεράσει τα όρια της κατάρρευσης, όπως και τα τρία ετεροθαλή αδέλφια του, ο 62χρονος πατέρας του και η μητέρα του, η οποία την ημέρα της κηδείας κατέρρευσε κυριολεκτικά πάνω από το λευκό φέρετρο του γιου της. Γύρω τους εκατοντάδες παιδιά, φίλοι, γνωστοί και συμμαθητές του Γιώργου, ανίκανοι να δικαιολογήσουν το φευγιό του φίλου τους, καθώς και ένα 16χρονο αγόρι που κρύβει συνεχώς μέσα στις παλάμες του το πρόσωπό του, αλλά και καθηγητές με χαμηλωμένο κεφάλι και ένα κορίτσι που σπάει τη σιωπή της θλίψης ουρλιάζοντας: «Γιατί έφυγες, ρε Γιώργο; Θέλω να έρθω μαζί σου… Πάρε με μαζί σου!».

«Ποτέ μη λέτε “εφηβεία είναι, θα περάσει”»

Απελπισία, ματαίωση, μοναξιά, αμφιθυμικές συγκρούσεις μεταξύ επιβίωσης και ανυπόφορου άγχους, ανάγκη για δραπέτευση απ’ όλα τα παραπάνω. Αυτά είναι, σύμφωνα με τους ειδικούς, τα ψυχικά μονοπάτια που μπορεί να οδηγήσουν έναν έφηβο που βρίσκεται στο κενό της παιδικής ηλικίας και της ενηλικίωσης στο αδιέξοδο της αυτοκτονίας.

Η αυτοκτονία δεν είναι ποτέ μια τυχαία και χωρίς νόημα πράξη, αλλά η «έξοδος» από ένα πρόβλημα ή μια κρίση που προκαλεί στα παιδιά έντονο ψυχικό πόνο. Μπορεί ένας γονιός να διακρίνει τον πόνο του παιδιού του αποτρέποντας το κακό; Είναι ορατά τα σημάδια της απόγνωσης;

Οπως επισημαίνει ο ψυχίατρος Δημήτρης Σούρας, «ένας γονιός που είναι κοντά στο παιδί του δεν είναι δύσκολο να διακρίνει την αλλαγή στη συμπεριφορά και τη διάθεσή του. Ενδεχομένως να μην καταλάβει τι είδους αλλαγή είναι αυτή, ίσως ο νους του να μην πάει αμέσως στο κακό, ωστόσο οπωσδήποτε θα αντιληφθεί ότι κάτι τρέχει. Τότε, λοιπόν, το πρώτο πράγμα που πρέπει να κάνει είναι να πλησιάσει το παιδί του και να του μιλήσει. Δεν πρέπει να αρχίσει να το βομβαρδίζει με ερωτήσεις, ούτε να απαιτεί υποχρεωτικές εξηγήσεις, ούτε να το ενοχλεί με επαναλαμβανόμενες κρούσεις. Ο γονιός οφείλει να μιλήσει στο παιδί του ξεκινώντας μια χαλαρή συζήτηση, ρωτώντας το αν υπάρχει κάτι που το απασχολεί, αν είναι ευχαριστημένο από την οικογένεια και αν μπορούν να συζητήσουν τα όποια προβλήματά του. Με άλλα λόγια ο γονιός πρέπει να δημιουργήσει έναν κλοιό ασφαλείας μέσα στην οικογένεια ούτως ώστε να μπορέσει ο έφηβος -ακόμη και ο επαναστατημένος- να μιλήσει απελευθερωμένα. Δυστυχώς οι γονείς κάνουμε ένα τεράστιο λάθος: δεν βλέπουμε. Ξορκίζουμε το κακό λέγοντας “εφηβεία είναι, θα περάσει”, “δεν τρέχει τίποτα, φάση είναι”, “το σχολείο είναι δύσκολο”, “κάνας έρωτας θα ’ναι…” κ.ο.κ. Δηλαδή, από μόνοι μας απομυθοποιούμε κάτι το οποίο δυστυχώς είναι μυθοποιημένο στην ψυχούλα του παιδιού. Με άλλα λόγια, μπορούμε να προλάβουμε καταστάσεις. Ολοι οι άνθρωποι που είναι δίπλα μας, πόσο μάλλον ένας έφηβος, αφήνουν μηνύματα. Εμείς δεν τα διαβάζουμε».

Για τον κ. Σούρα ένας νεαρός έφηβος σπανίως αυτοκτονεί από έρωτα, αλλά από ένα βάρος στην ψυχοσύνθεσή του που αδυνατεί να αντέξει: «Συνήθως ο νεαρός έφηβος δεν αυτοκτονεί από έρωτα. Εχουμε δει μερικές φορές παραδείγματα κάποιων, κοριτσιών ως επί το πλείστον, που μπορεί να κάνουν κάποια απόπειρα, αλλά μέχρι εκεί. Για να οδηγηθεί ένας έφηβος στην αυτοχειρία κάτι άλλο συμβαίνει. Η ψυχοσύνθεσή του εκείνη τη στιγμή δεν είναι στο φόρτε της, πιθανώς πάσχει. Μέσα στην ψυχή του υπάρχει μια φοβερή ταφόπλακα, ένα αβάσταχτο βάρος που τον καθιστά “ανίκανο” να ζήσει, που του υπαγορεύει ότι μοναδική λύση είναι ο θάνατος. Ο έφηβος αυτός υποφέρει συνήθως από πολύ κακή διάθεση, από φοβερή συναισθηματική πίεση και από προβλήματα που φαντάζουν μέσα του άλυτα. Επίσης τολμώ να πω ότι όταν ένα παιδί περνά στην εφηβεία με γερές βάσεις από την οικογένεια και το σχολείο και έχει αυτοεκτίμηση και αυτοπεποίθηση, η λέξη “αυτοκτονία” δεν υφίσταται στο προσωπικό του λεξικό. Αυτό που πρέπει να έχει κατά νου κάθε γονιός που θέλει πραγματικά να βοηθήσει το παιδί του είναι ότι θα πρέπει να φιλτράρει καλά τα προσωπικά του βιώματα και να αποκτήσει ενδεχομένως παραπάνω πληροφορίες με τη βοήθεια κάποιου ειδικού. Αν δεν το κάνει και μεγαλώσει το παιδί του ιδιοσυγκρασιακά, τότε θα λάβει το αντίτιμο μιας πολύ δύσκολης και ιδιαίτερα συγκρουσιακής εφηβείας. Ως γιατρός έρχομαι καθημερινά αντιμέτωπος με γονείς που απαιτούν από τα παιδιά τους και για τα παιδιά τους υπερβολικά και απίθανα πράγματα. Είναι δυνατόν να ασκούμε πίεση για τα μαθήματα σε παιδιά που δεν είναι ικανά; Είναι δυνατόν να τιμωρούμε και να δίνουμε φάρμακα σε παιδιά που έχουν μια διαφορετική σεξουαλική προτίμηση; Είναι δυνατόν να ωθούμε τα παιδιά μας να ζήσουν τη ζωή που δεν ζήσαμε και να πετύχουν αυτά στα οποία εμείς αποτύχαμε; Είναι δυνατόν να προβάλλουμε τα “όνειρά” μας στα παιδιά μας τη στιγμή που η λέξη και μόνο “όνειρο” περικλείει τη μοναδικότητα; Να στρουθοκαμηλίζουμε και να χάνουμε την επαφή με την πραγματικότητα; Μήπως συναινούμε στη δημιουργία διαταραχής και ασθένειας; Αυτά είναι απαράδεκτα πράγματα και ιδιαιτέρως επικίνδυνα για τον ψυχισμό ενός παιδιού».

«Τα παιδιά μιλάνε! Εμείς ακούμε;»

Οπως επισημαίνει ο ψυχίατρος, το ηθελημένο τέλος του 16χρονου Γιώργου που συγκλόνισε το Πανελλήνιο αποτελεί ένα ακόμη δράμα που χτυπάει την πόρτα πολλών ελληνικών οικογενειών: «Αυτή τη στιγμή που μιλάμε πρέπει να ξέρετε ότι υπάρχει ένα 18χρονο αγόρι στο Αγρίνιο, το οποίο προ ημερών άφησε σημείωμα γράφοντας “πατέρα, αντίο” και το πρόλαβαν την τελευταία στιγμή, όπως και ένα κοριτσάκι από την Αθήνα που αποπειράθηκε να αυτοκτονήσει με δηλητήριο. Καθημερινά γίνομαι μάρτυρας πολλών τέτοιων περιστατικών. Για να αυξάνονται οι απόπειρες των παιδιών μας κάτι τρέχει, λοιπόν, κάτι συμβαίνει. Γι’ αυτό κάθε αναφορά, κάθε υπόνοια ή κάθε υποψία για απόπειρα αυτοκτονίας θα πρέπει να λαμβάνεται πολύ σοβαρά υπόψη από το περιβάλλον και να αξιολογείται από ειδικούς. Ακόμα και αν αυτή η ένδειξη μοιάζει να είναι χειριστική ή άνευ αιτίας. Ας ανοίξουμε τα μάτια μας και ας επιδείξουμε επιτέλους τη δέουσα προσοχή, διότι ζούμε μέσα σε μια κοινωνία που παράγει πρόβλημα και αρρώστια. Και να θυμόμαστε πάντα αυτό: Τα παιδιά μιλάνε! Εμείς ακούμε;».

Πηγή: protothema.gr

   

Άφησε ένα σχόλιο

*